Από τις αρχαιότερες της Γης, η λίμνη Μπίβα είναι η μεγαλύτερη της Ιαπωνίας.
Έκτασης 670,4 τετραγωνικών χιλιομέτρων, βρίσκεται στο νησί Χονσού -επίσης το μεγαλύτερο της χώρας- και μνημονεύεται συχνά τόσο στην ιαπωνική λογοτεχνία, όσο και στα ΜΜΕ για μια σειρά από περιβαλλοντικές κρίσεις.
Η τελευταία αποκαλύφθηκε με τη διαπίστωση ότι ο πυθμένας της ήταν γεμάτος με σκουπίδια, το 70% εξ αυτών από πλαστικό.
Ρεπορτάζ από τις έρευνες δυτών το 2020 ανέφεραν ότι μεταξύ των ευρημάτων ήταν μια σακούλα που υπολογίζεται ότι χρονολογείται πριν από τη δεκαετία του ‘90.
Το περιβαλλοντικό έγκλημα ωστόσο σε αυτό το πλούσιο σε ενδημικά είδη οικοσύστημα είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα, από τη δεκαετία του ‘60.
Τότε ο προβληματισμός περιοριζόταν στη διαχείριση της απρόβλεπτης στάθμης των υδάτων, από τα οποία εξαρτώνταν εκατομμύρια άνθρωποι στη μητροπολιτική περιφέρεια μεταξύ Κιότο, Οσάκα και Κόμπε -σήμερα τη δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή στην Ιαπωνία.
Στα μετέπειτα χρόνια της ταχείας οικονομικής ανάπτυξης της Ιαπωνίας, στις όχθες της λίμνης χτίστηκαν τεράστια εργοστάσια, καταναλώνοντας αμέτρητες ποσότητες νερού.
Η μεγάλης κλίμακας βιομηχανική παραγωγή και η γεωργία στην γύρω περιοχή είχαν ως αποτέλεσμα η Μπίβα να «δηλητηριαστεί» με φυτοφάρμακα, βαρέα μέταλλα και άλλες επιβλαβείς ουσίες.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 70, έκαναν την εμφάνισή τους τεράστιες αποικίες κόκκινης άλγης, που «κατάπιναν» με ταχείς ρυθμούς το οξυγόνο στο νερό.
Συνδυαστικά με την αλιεία, δε, οδήγησαν στον αφανισμό μεγάλων ποσοτήτων ψαριών και οστρακοειδών.
Χρειάστηκε να φτάσει το 1980 μέχρι να μπει με διάταγμα όριο στη λίμνη-«κόσμημα» για τα επίπεδα αζώτου και φωσφόρου από τη βιομηχανική, αγροτική ή οικιακή χρήση.
Όμως αυτό δεν ήταν αρκετό….
Αναζητώντας λύσεις
Στα 40 χρόνια που έκτοτε μεσολάβησαν έγιναν σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές, με επίκεντρο την κατασκευή νέων σταθμών επεξεργασίας λυμάτων.
Από το 1992 διατάχθηκε η συντήρηση των ζωνών με καλαμιώνες, που αποτελούσαν από παλιά σήμα κατατεθέν της λίμνης, αλλά είχαν πια μειωθεί στο μισό.
Ο ρόλος τους είναι κομβικός στον καθαρισμό του νερού, ενώ αποτελούν τόπο για φωλιές πουλιών και ψαριών.
Από το 1993, η λίμνη Μπίβα εντάχθηκε στη Συνθήκη Ραμσάρ της UNESCO για την προστασία πολύτιμων υδροβιότοπων.
Έτσι, από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 οι πληθυσμοί κυπρίνου και πέστροφας άρχισαν να σταθεροποιούνται.
Παρ’ όλα αυτά, παραμένουν μικρότεροι από το ένα δέκατο αυτού που ήταν στο μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα.
Τα επεισόδια ευτροφισμού -της υπερβολικής ανάπτυξης φυτών στο υδάτινο οικοσύστημα- έχουν πάντως μειωθεί και πλέον θεωρούνται σπάνια.
Παρ’ όλα αυτά, η διατάραξη των περιβαλλοντικών ισορροπιών οδήγησε στο μεσοδιάστημα σε αύξηση του αριθμού των απειλούμενων ειδών στην ευρύτερη περιοχή.
Από 74 που ήταν το 2000, έφτασαν το 2020 τα 156.
Περιλαμβάνουν από μπεκάτσες, έως βατράχια: είδη που ζουν στα οικοσυστήματα της λίμνης ή εξαρτώνται από αυτά.
Με το πέρασμα των χρόνων εν τω μεταξύ ανέκυψαν νέες προκλήσεις.
Το πιο οξύ είναι η ρύπανση της Μπίβα από πλαστικά.
Η έκταση του προβλήματος διαπιστώθηκε με υποβρύχιες έρευνες. Μένει ωστόσο να εξακριβωθούν οι ακριβείς διαστάσεις και συνέπειες που έχει στα οικοσυστήματα της λίμνης.
Οι ανησυχίες ήδη εντείνονται για τις επιπτώσεις από τα μικροπλαστικά.
Διεξάγονται σχετικές έρευνες, στο πλαίσιο πρωτοβουλιών του Κέντρου Ερευνών Περιβαλλοντικών Επιστημών της Μπίβα.
Πολλές άρχισαν να τίθενται σε εφαρμογή από τις αρχές αυτού του μήνα.
Στόχος είναι να υπάρξει μια πλήρης εικόνα της συνολικής κατάστασης και ο συντονισμός με τις περιφερειακές αρχές.
Στην «εξίσωση» προστίθενται εν τω μεταξύ και άλλοι «άγνωστοι Χ».
Νέες προκλήσεις
Στα νέα ζητούμενα είναι να διακριβωθεί το «αποτύπωμα» της κλιματικής αλλαγής στη λίμνη και να προβλεφθεί πώς και πόσο τα ακραία καιρικά φαινόμενα μπορεί να επιδεινώσουν την κατάσταση στη Μπίβα.
Εάν και πόσες επιβλαβείς ουσίες φέρουν για παράδειγμα τη λίμνη οι πλημμύρες από τις έντονες βροχοπτώσεις, που «φουσκώνουν» τα 118 ρυάκια, χειμάρους και μικρά ποτάμια, τα οποία πηγάζουν από τα γύρω βουνά, προτού περίσσεια νερού στη Μπίβα διοχετευτεί στον ποταμό Σέτα.
Η αύξηση της θερμοκρασίας των υδάτων από την άλλη έχει ως αποτέλεσμα απώλειες οξυγόνου.
Σε κάθε περίπτωση, τα προβλήματα δεν περιορίζονται στα όρια της λίμνης.
Η περιβαλλοντική υποβάθμιση των γύρω περιοχών, από τα βουνά έως τις γεωργικές εκτάσεις, συνθέτουν μια περίπλοκη διαχείριση των οικοσυστημάτων της περιοχής, ενόσω η αστικοποίηση γίνεται όλο και πιο έντονη.
Σε αυτό το φόντο οι αρχές στη νομαρχία Σίγκα -όπου βρίσκεται η Μπίβα- έχουν ήδη θέσει 13 στόχους για τη «Μητέρα Λίμνη».
Περιλαμβάνουν μέτρα που αποσκοπούν από την μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως τη στήριξη πρωτοβουλιών για την προστασία των οικοσυστημάτων.
Ήδη ομάδες εθελοντών συμμετέχουν σε επιχειρήσεις αφαίρεσης επιβλαβών υδρόβιων φυτών από τη Μπίβα.
Οργανώσεις της αλιευτικής βιομηχανίας δημιουργούν νέες ζώνες με καλαμιώνες σε ρηχά νερά.
Επιχειρήσεις ενθαρρύνονται στην υιοθέτηση πράσινων πρακτικών μέσα από πιστοποιήσεις και επιδοτήσεις.
Για πρώτη φορά από το 1975, την περασμένη άνοιξη οργανώθηκε δενδροφύτευση στα βουνά της Σίγκα.
Γίνονται εκστρατείες βελτίωσης των συνθηκών στις όχθες της λίμνης, καθαρισμού του πυθμένα της από τα πλαστικά, καθώς και απομάκρυνσης των απορριμμάτων από τα τριγύρω εδάφη.
Η πορεία ανάκαμψης είναι ακόμη μακρά, αλλά πολλά υποσχόμενη.
Όχι μόνο για την Μπίβα, αλλά και για άλλες περιοχές, όπου ιθύνοντες και κάτοικοι έχουν πράγματι τη βούληση να επιλύσουν χρόνια προβλήματα, που έχουν στο πέρασμα των χρόνων οι ίδιοι δημιουργήσει.