Home Πολιτική Η νέα εμπορική συμφωνία ΗΠΑ – Ηνωμένου Βασιλείου θα πλήξει την αγροτική...

Η νέα εμπορική συμφωνία ΗΠΑ – Ηνωμένου Βασιλείου θα πλήξει την αγροτική οικονομία, αλλά και την υγεία των Βρετανών πολιτών.

Στηριζόμενοι πάνω σε εργαστηριακά ευρήματα, ειδικοί θεωρούν ότι η ευρεία χρήση αμερικάνικων γεωργικών προϊόντων θα προκαλέσει προβλήματα στη δημόσια υγεία. Ταυτόχρονα οι ελεύθερες εισαγωγές θα δημιουργήσουν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού για τους Βρετανούς αγρότες.

Ενώ ο Λευκός Οίκος πιέζει για την ολοκλήρωση της νέας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Μ. Βρετανίας, στην Αγγλία πολλαπλασιάζονται οι φωνές ειδικών που θεωρούν ότι η συμφωνία αυτή θα λειτουργήσει σε βάρος τόσο των οικονομικών συμφερόντων, αλλά κυρίως της υγείας των Βρεττανών πολιτών.

Ειδικοί σε θέματα δημόσιας υγείας θεωρούν ότι το άνοιγμα της αγοράς του Ηνωμένου Βασιλείου σε αμερικανικά γεωργικά προϊόντα, στο πλαίσιο της νέας εμπορικής συμφωνίας ΗΠΑ-Βρετανίας, εγκυμονεί αρκετούς κινδύνους. Συγκεκριμένα οι ανησυχίες εστιάζονται στο ότι πολλές αμερικανικές γεωργικές πρακτικές είναι ασύμβατες με τα ευρωπαϊκά και βρετανικά πρότυπα. Ως παραδείγματα προβάλλονται το  πλύσιμο κοτόπουλου με χλώριο, η χρήση αυξητικών ορμονών στην κτηνοτροφία και η γενετική τροποποίηση σε καλλιέργειες. Ως γνωστό αυτές οι πρακτικές απαγορεύονται σήμερα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ, λόγω ανησυχιών για την υγεία των καταναλωτών.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Chartered Trading Standards Institute (CTSI) και αναφορά του Δημοτικού Συμβουλίου του Μάντσεστερ, πολλά αμερικανικά προϊόντα που ήδη εισάγονται στο Ηνωμένο Βασίλειο περιέχουν απαγορευμένα πρόσθετα. Τέτοια πρόσθετα είναι  το βρωμιωμένο φυτικό έλαιο (BVO) που συνδέεται με νευρολογικές διαταραχές, η κόκκινη χρωστική ουσία E127 που σχετίζεται με καρκίνο του θυρεοειδούς, το EDTA – ένα απαγορευμένο συντηρητικό που συνδέεται με καρκίνο και προβλήματα γονιμότητας και το sunset yellow (E110) που μπορεί να προκαλέσει υπερκινητικότητα στα παιδιά.

Η Υπηρεσία Τροφίμων του Ηνωμένου Βασιλείου (FSA) έχει ήδη κατασχέσει χιλιάδες προϊόντα αμερικανικής προέλευσης και προειδοποιεί τους καταναλωτές να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί με τις ετικέτες. Την ίδια στιγμή αυξάνονται οι φόβοι ότι η επικείμενη  συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών ενδέχεται να ασκήσει πίεση στη βρετανική κυβέρνηση για να χαλαρώσει τα πρότυπα ασφάλειας τροφίμων, προκειμένου να διευκολύνει τις εισαγωγές. Παρά τις διαβεβαιώσεις ότι τα πρότυπα δεν θα αλλάξουν, υπάρχουν αμφιβολίες για το κατά πόσο αυτό είναι εφικτό μακροπρόθεσμα.

Οι αντιρρήσεις όμως σε σχέση με την ελεύθερη εισαγωγή και εμπορεία αμερικανικών γεωργικών προϊόντων στη Βρετανία δεν εστιάζονται μόνο στην ασφάλεια των τροφίμων.

Πρώτα απ’ όλα είναι οι ανησυχίες των Βρετανών αγροτών  ότι τα αμερικανικά προϊόντα, λόγω χαμηλότερου κόστους παραγωγής και λιγότερων ρυθμίσεων, θα υπονομεύσουν την ανταγωνιστικότητα των ντόπιων παραγωγών. Οι αγρότες ανησυχούν ότι τα φθηνότερα αμερικανικά προϊόντα, που παράγονται με πιο εντατικές και λιγότερο ρυθμιζόμενες μεθόδους, θα υπονομεύσουν την τοπική παραγωγή. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια εισοδήματος και εγκατάλειψη της γεωργίας σε αγροτικές περιοχές.

Ανησυχίες όμως εκφράζουν και οι Βρετανοί οικολόγοι, οι οποίοι τονίζουν ότι η εντατική γεωργία στις ΗΠΑ συνδέεται με υψηλότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, υπερκατανάλωση νερού και υποβάθμιση εδαφών, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τις περιβαλλοντικές δεσμεύσεις του Ηνωμένου Βασιλείου. Η εντατική γεωργία στις ΗΠΑ και η χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών (GMOs) είναι αντικρουόμενες με τις περιβαλλοντικές και κανονιστικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ. Αυτό δημιουργεί πιέσεις για χαλάρωση των προτύπων, κάτι που έχει επισημανθεί από οργανώσεις καταναλωτών και περιβαλλοντικές ομάδες.