Τι θα γινόταν εάν κάποτε ένα ισχυρό κράτος αποφάσιζε, μονομερώς, να γράψει στα υποδύματά του τη διεθνή κοινότητα και να αντιμετωπίσει τις ακτίνες του ήλιου με μια τεχνολογία της οποίας οι συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές για άλλα σημεία του πλανήτη;
Ως γνωστόν, εδώ και αρκετά χρόνια έχει γίνει πολύ συζήτηση για την περίφημη ηλιακή γεωμηχανική τεχνολογία που έχει υποτίθεται τη δυνατότητα να μειώσει την ηλιακή θεμοκρασία, μέσω της ανάκλασης του ηλιακού φωτός, ή μέσω τρόπων να «διώξει» θερμότητα στο διάστημα.
Ένας εξαυτών είναι η έγχυση στρατοσφαιρικού αερολύματος, με χιλιάδες αεροπλάνα να απελευθερώνουν -για χρόνια- μικροσκοπικά σωματίδια που αντανακλούν το φως πίσω. Επίσης, υπάρχει το marine cloud brightening, που είναι μια προσπάθεια να αυξηθεί η ανακλαστικότητα των χαμηλών νεφών χάρη σε σωματίδια αερολύματος που απελευθερώνονται από αεροπλάνα.
Γνωρίζουν όμως οι επιστήμονες τις περιβαλλοντικές συνέπειες τέτοιων… «ψεκασμών»; Σε ανάλυσή της στο BBC η περιβαλλοντική δημοσιογράφοε του BBC India Bourke επισημαίνει ότι μέχρι σήμερα, τα μοντέλα και οι προσομοιώσεις δείχνουν ότι η στρατοσφαιρική έγχυση αερολύματος θα μπορούσε να επηρεάσει τα πάντα, από τη θέση του αεροχείμαρρου έως την πρόκληση περιφερειακών ξηρασιών.
Μεταξύ των πιο δυνητικά επακόλουθων επιπτώσεων είναι η βλάβη στο προστατευτικό στρώμα του όζοντος της ατμόσφαιρας. Πρόσφατη έκθεση του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ (UNEP) σημείωσε «ελλείψεις» στη μοντελοποίηση των επιπτώσεων της ηλιακής γεωμηχανικής. Η τεχνολογία δεν θα έκανε επίσης τίποτα για να σταματήσει την αύξηση των συγκεντρώσεων CO2 από την οξίνιση των ωκεανών.
Μπορεί λοιπόν σε σενάρια επιστημονικής φαντασίας οι μαγικές λύσεις να φαντάζουν εύκολες, αλλά στη πραγματικότητα η ιδέα ότι μια «από μηχανής θεός» τεχνολογία θα μας έσωζε κρύβει θανάσιμους κινδύνους για την ανθρωπότητα. Η ψυκτική του επίδραση θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν «ηθικό κίνδυνο», προειδοποιούν πολλοί ερευνητές και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, σαμποτάροντας τις προσπάθειες για μείωση των εκπομπών CO2.
«Αυτές οι αβεβαιότητες δεν μπορούν να εξαλειφθούν με την έρευνα, διότι στο τέλος, τις τελικές επιπτώσεις αυτών των τεχνολογιών, θα τις ξέρουμε μόνο όταν τις δοκιμάσετε σε πλανητική κλίμακα. Δεν μπορούμε πραγματικά να απαλλαγούμε από όλες τις αβεβαιότητες με πειράματα στο εργαστήριο, αλλά και τα πειράματα μικρής κλίμακας δεν μπορούν πραγματικά να σας πουν όλη την ιστορία. Δεν μπορούν να σας πουν πραγματικά ποιοι είναι οι κίνδυνοι που μπορεί να αποκαλυφθούν μόνο όταν εφαρμόσουμε αυτές τις τεχνολογίες σε πλανητική κλίμακα για πολλά, πολλά χρόνια. Επίσης, οι κοινωνικοί επιστήμονες ανησυχούν πραγματικά για τον γεωπολιτικό κίνδυνο. Τι θα συμβεί αν κάποιες χώρες το κάνουν μόνες τους;», σχολίασε στο Euronews ο καθηγητής Φρανκ Μπιρμαν, ειδικός σε θέματα παγκόσμιας διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης.
Πως θα αντιδρούσε η διεθνής κοινότητα
Τα μαγικά ραβδάκια όμως δεν φέρνουν μαγικές λύσεις σε όλη την υφήλιο. Τα αποτελέσματα της ηλιακής γεωμηχανικής μπορεί να φέρουν βροχοπτώσεις σε ένα μέρος και σε ένα άλλο να προκαλέσει ξηρασία.
Μια τέτοια ανομοιόμορφη κατανομή των επιπτώσεων σημαίνει ότι οποιαδήποτε μονομερής προσπάθεια μείωσης της φωτεινότητας του Ήλιου θα μπορούσε πιθανότατα να συντριβεί από πιο ισχυρούς γείτονες, λένε οι επιστήμονες. Για παράδειγμα, δεν θα ήταν δυνατό για την Ινδία μόνη της να δημιουργήσει ένα είδος παγκόσμιας ψύξης, υποστηρίζει ο ερευνητής του κλίματος στη Σχολή Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίο του Γέηλ Γουέηκ Σμιθ.
Εάν απελευθερώνονταν αερολύματα στη βόρεια Ινδία, η περιστροφή του πλανήτη θα τα άπλωνε σε έναν δακτύλιο γύρω από τη Γη, από όπου ένα ατμοσφαιρικό σύστημα που ονομάζεται Brewer Dobson Circulation θα τα μετέφερε στον Βόρειο Πόλο και θα κατέβαιναν – ψύχοντας απευθείας μόνο το βόρειο ημισφαίριο. Τέτοιες εκτεταμένες γεωφυσικές επιπτώσεις σημαίνει ότι οποιοδήποτε άτακτο κράτος θα ήταν απίθανο να παραμείνει μόνο του για πολύ, λέει ο Σμιθ, είτε αποθαρρύνεται από τις προσπάθειές του είτε ενώνεται με άλλους.
Εξάλλου, μόνο ισχυρά κράτη θα τολμούσαν ποτέ να αναπτύξουν εξαρχής τέτοια εργαλεία.
Σύμφωνα με τον Γουέηκ Σμιθ η στρατοσφαιρική έγχυση αερολύματος θα απαιτούσε «έναν στόλο από πολλές εκατοντάδες εκατοντάδες ειδικά μεγάλα αεροπλάνα που δεν υπάρχουν επί του παρόντος». Αυτά τα εξειδικευμένα αεροπλάνα θα πρέπει συλλογικά να απελευθερώσουν εκατομμύρια τόνους χημικών ουσιών σε ύψος περίπου 20 χιλιομέτρων (66.000 πόδια).
Οι μόνες χώρες που θα μπορούσαν να κατασκευάσουν τέτοιους στόλους, ισχυρίζεται ο Γουέηκ Σμιθ, είναι οι ΗΠΑ, το Ην. Βασίλειο, η Γαλλία, η Ρωσία ή η Κίνα και ενδεχομένως η Γερμανία ή η Ιαπωνία. «Κανένα άλλο κράτος δεν είναι τεχνολογικά ικανό, και αυτό είναι πολύ μεγάλο για άτομα ή εταιρείες για να το επιδιώξουν». Για τον Φρανκ Μπίρμαν, καθηγητή Παγκόσμιας Διακυβέρνησης Αειφορίας στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, οι ΗΠΑ είναι ο πιο πιθανός υποψήφιος σε ένα τέτοιο σενάριο: «Εάν η πλειονότητα των χωρών αντιτίθεται στην ανάπτυξη (της τεχνολογίας)… το πολιτικό κόστος να το κάνει οποιαδήποτε χώρα μονομερώς είναι εξαιρετικά υψηλό».
Ωστόσο, εάν ένα ή περισσότερα κράτη προχωρούσαν ανεξάρτητα από τέτοιες εντάσεις, τα χειρότερα σενάρια είναι πολλά. Αντίμετρα που κυμαίνονται από οικονομικές κυρώσεις, μέχρι παρέμβαση του ΟΗΕ και δυνητικά ένοπλες συγκρούσεις θα μπορούσαν να συμβούν λέει ο Μπίρμαν, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι «δύσκολο να προβλεφθεί». Υπάρχει επίσης μια πιθανότητα να αναπτυχθεί μια κούρσα εξοπλισμών, με τα κράτη να αναπτύσσουν την τεχνολογία απλώς και μόνο επειδή οι αντίπαλες υπερδυνάμεις κάνουν το ίδιο.
Για να αποφευχθεί αυτό, ο Μπίρμαν υποστηρίζει ότι θα πρέπει να σταματήσετε την τεχνολογία να φτάσει στο επίπεδο ανάπτυξης που επιτυγχάνουν οι πυρηνικές βόμβες, όπως μέσω της συμφωνίας μη χρήσης που έχουν προτείνει ο ίδιος και άλλοι. Η Σύμβαση για τα Χημικά Όπλα, η οποία στοχεύει στην αποτροπή τόσο της ανάπτυξης όσο και της χρήσης χημικών όπλων, αποτελεί προηγούμενο που έλαβε το Νόμπελ Ειρήνης.
Η προοπτική μιας παγκόσμιας συμφωνίας
Τι θα γινόταν όμως αν μια ομάδα εθνών, ή ακόμα και ολόκληρος ο κόσμος, συμφωνούσε να ενεργήσει από κοινού; Για τον Σμιθ, μπορεί να υπάρξει ένα σενάριο όπου η ανάπτυξη εξυπηρετεί την πλειοψηφία των συμφερόντων. Το «πιο αληθοφανές σενάριο» για την ανάπτυξη, προτείνει, είναι μια κλιμακούμενη κλιματική έκτακτη ανάγκη που οδηγεί σε μαζική παγκόσμια μετανάστευση από το νότο προς το βορρά
«Ενώ πολλά, ανταγωνιστικά προγράμματα ανάπτυξης (τέτοιας τεχνολογίας) είναι μια πιθανότητα, τα κίνητρα σε αυτήν την περίπτωση ευνοούν στην πραγματικότητα ένα ενιαίο, παγκόσμιο πρόγραμμα», λέει Σμιθ «Οι υπάρχουσες πολιτικές δομές δεν είναι κατάλληλες για να το κυβερνήσουν αυτό, αλλά ούτε και να παγιδεύουν εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε παραπαίουσες οικονομίες παρά τη θέλησή τους».
Το πόσο ρεαλιστικό είναι ένα τέτοιο «ενιαίο, παγκόσμιο πρόγραμμα» είναι άλλη υπόθεση βέβαια. Ο Ντέιβιντ Κιθ, επικεφαλής της μηχανικής κλιματικών συστημάτων στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο έχει σημειώσει πιθανά προηγούμενα στην παγκόσμια κεντρική τράπεζα, το Διαδίκτυο και τον έλεγχο εναέριας κυκλοφορίας. Άλλοι επισημαίνουν τη Σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή και τη συμφωνία του Παρισιού που προκύπτει, βάσει της οποίας τα κράτη έχουν δεσμευτεί να περιορίσουν τις παγκόσμιες θερμοκρασίες.
Άλλο επιστήμη, άλλο γεωπολιτική
Ωστόσο δεν είναι και τόσο εύκολη η παγκόσμια συνεργασία. Για τους σκεπτικιστές, μια σταθερή παγκόσμια προσπάθεια απλά δεν είναι μια πιθανή προοπτική.
Απλώς δεν υπάρχει ακόμη επαρκής μοντελοποίηση των γεωπολιτικών συνεπειών, λέει ο Olaf Corry, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λιντς στο Ην. Βασίλειο. «Οι επιστήμονες είναι καλοί άνθρωποι και μοντελοποιούν (τις φυσικές επιπτώσεις), αλλά στον κόσμο των μοντέλων τους, δεν υπάρχει γεωπολιτική».
Αντίθετα, στρατιωτικοί σχεδιαστές και απόστρατοι στρατηγοί είπαν στον Corry ότι οι δοκιμές θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μια δυνητικά εχθρική πράξη και ότι ανησυχούν για την απόκτησή τους από άλλες δυνάμεις. Σκεφτείτε ότι η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία, αλλά με τη δυνατότητα να απενεργοποιήσει μια παγκόσμια τεχνολογία που δημιουργεί καιρικές συνθήκες. Η ανάπτυξη θα μπορούσε επίσης να διακινδυνεύσει να ανοίξει μια εντελώς νέα αρένα παραπληροφόρησης σχετικά με το γιατί άλλαζε ο καιρός, προτείνει, και να «μολύνει» την υπόλοιπη κλιματική πολιτική.
«Ολόκληρη η σχέση μεταξύ επιστήμης και κοινωνίας είναι ήδη τεταμένη μετά τον κορονοϊό», λέει ο Corry. «Έτσι θα είχατε μια εξαιρετική δυνατότητα για θεωρίες συνωμοσίας και για παραπληροφόρηση, και ένα απίστευτα δύσκολο περιβάλλον για την επιστήμη να κάνει τη δουλειά της».
Πηγή: in.gr – Με πληροφορίες από Euronews, BBC