Το πρωί της 1ης Οκτωβρίου 1969 ο μηχανικός των Βell Labs, Willard Boyle ξύπνησε με την ιδέα να φτιάξει ένα νέο είδος μνήμης για υπολογιστή. Φώναξε το ίδιο απόγευμα τον συνάδελφό του Τζορτζ Σμιθ και άρχισαν να σκιτσάρουν στον μαυροπίνακα τον τύπο του ημιαγωγού που φαντάζονταν. Τον ονόμασαν CCD, από τις λέξεις Charge-Charged Device (Διάταξη Συζευγμένου Φορτίου). Αντί για απλή μνήμη, είχαν μόλις ανακαλύψει έναν τρόπο καταγραφής του φωτός και μετατροπής του σε ψηφιακό σήμα! Δημοσίευσαν την εργασία τους στο Βell SystemΤechnical Journal της 29ης Ιανουαρίου 1970 και… από τότε η επεξεργασία της εικόνας σταμάτησε να απαιτεί σκοτεινό θάλαμο. Για την εφεύρεσή του αυτή μοιράστηκε το Nobel Φυσικής το 2009.
«Το Nobel το κέρδισαν αυτοί που μας επέτρεψαν να στείλουμε αυτή την εικόνα και τον ήχο στις οθόνες υπολογιστών όλου του κόσμου» αναφέρει η Σουηδική Ακαδημία κατά την προβολή των βραβείων Nobel του 2009.
Ο Boyle, γεννήθηκε στην Νέα Σκωτία του Καναδά. Αεροπόρος κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σπούδασε Φυσική στο Πανεπιστήμιο ΜcGill. Το διδακτορικό του το πήρε το 1950 και εργάστηκε για ένα έτος στο καναδικό Εργαστήριο Ακτινοβολίας. Το 1953 προσελήφθη στα Βell Labs, όπου και εφηύρε το λέιζερ ρουβιδίου το 1962. Έπειτα από αυτό έγινε επικεφαλής της θυγατρικής Βellcom για το διαστημικό πρόγραμμα Αpollo, επί διετία. Επέστρεψε στα Βell Labs και έγινε διευθυντής Έρευνας, ως το 1979 που συνταξιοδοτήθηκε.
Η εφέυρεση του Boyle, το CDC, θεωρείται σταθμός για την επιστήμη του φωτός. Συγκεκριμένα λέγεται πως το CDC .. «έκανε για το φως ό,τι και η ανακάλυψη του τρανζίστορ για τον ήχο».
Χωρίς τον Boyle λοιπόν δεν θα υπήρχαν ούτε εντυπωσιακές φωτογραφίες του σύμπαντος, ούτε ψηφιακές ταινίες, ούτε ψηφιακά βιντεοπαιγνίδια, ούτε Skype, …ούτε σέλφις.
Ευχαριστούμε για “όλες τις αναμνήσεις”, Κύριε Boyle!