Ώστε το 2015 θα αρχίσετε να γυμνάζεστε, να τρώτε πιο υγιεινά και να αποταμιεύετε χρήματα;
Θα μάθετε μια καινούργια γλώσσα, θα διαβάσετε περισσότερα βιβλία και θα περνάτε περισσότερο χρόνο με την οικογένεια; Έτσι νομίζετε! Στην πραγματικότητα, εάν είστε σαν εμένα, θα μείνετε στις διακηρύξεις. Αν θέλετε να δείτε πόσα από αυτά θα πραγματοποιήσετε, το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να κοιτάξετε πόσους από τους στόχους της προηγούμενης χρονιάς έχετε πετύχει. Η καλύτερη ένδειξη του πώς θα ενεργήσουμε στο μέλλον είναι το πώς ενεργήσαμε στο παρελθόν.
Δεν υποστηρίζω να μη βάζουμε στόχους! Το αντίθετο. Ο καθορισμός και η επίτευξη στόχων συχνά μας αποδεσμεύουν από τον έντονο επαγγελματικό και προσωπικό ανταγωνισμό, βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής μας, αυξάνουν την ικανοποίηση και την αυτοπεποίθησή μας. Πώς όμως θέτουμε στόχους τους οποίους μπορούμε να πετύχουμε; Είναι ξεκάθαρο ότι το να καθορίσουμε στόχους δεν είναι από μόνο του αρκετό. Ίσως, οι πιο συχνές συμβουλές που ακούμε είναι 1) το να γράφουμε τους στόχους μας σε ένα χαρτί και 2) να έχουμε θετική σκέψη. Και οι δύο αυτές τεχνικές είναι μετρήσιμες. Όντως, ψυχολογικές έρευνες έχουν μελετήσει την επίδραση της θετικής σκέψης στην επίτευξη των στόχων μας και έχουν βρει πως το να έχουμε θετική σκέψη για τους μελλοντικούς μας στόχους μας ηρεμεί (π.χ. μειώνει τη συστολική πίεση) αλλά ταυτόχρονα μας αφαιρεί την ενέργεια που χρειαζόμαστε για την επίτευξη των στόχων μας. Παρομοίως, χρειάζεται πολύ περισσότερη ενέργεια και κινητοποίηση για επίτευξη των στόχων μας από ότι μας δίνει η απλή μεταφορά τους στο χαρτί.
Υπάρχει όμως μια πολύ υποσχόμενη τεχνική η οποία φαίνεται να αυξάνει την επίτευξη των στόχων μας: η πρόθεση εφαρμογής (implementation intentions). “Εάν είναι Τρίτη στις 6μμ, τότε θα πάω γυμναστήριο.” Δεν βάζουμε απλά συγκεκριμένους στόχους, αλλά καθορίζουμε συγκεκριμένα πότε (π.χ. την Τρίτη στις 6μμ) και πού (π.χ. γυμναστήριο) θα κάνουμε κάτι για να πετύχουμε το στόχο μας. Ενώ η πρόθεση επίτευξης ενός στόχου – ακόμη και ενός πολύ συγκεκριμένου στόχου, όπως “Θα πάω γυμναστήριο” – συχνά δεν είναι αρκετή, στόχοι του τύπου “εάν-τότε” είναι αποτελεσματικοί επειδή συνδεόυν συγκεκριμένες καταστάσεις (Τρίτη στις 6μμ) με συγκεκριμένες συμπεριφορές (θα πάω γυμναστήριο). Εάν δηλαδή βρεθώ στην Χ κατάσταση, τότε θα κάνω την Ψ συμπεριφορά.
Για ακόμη πιο αποτελεσματική συμπεριφορά, μπορούμε να καθορίσουμε ένα δεύτερο επίπεδο “εάν-τότε” στόχων για το τί θα κάνουμε όταν βρεθούμε αντιμέτωποι με αναπόφευκτα εμπόδια. Εάν για παράδειγμα είχα στόχο να πάω στο κολυμβητήριο τη Δευτέρα και να αυξήσω την απόσταση που κολυμπώ από τα 1000μ. στα 1500μ., θα έβαζα τον εξής επιπρόσθετο στόχο, “αν φτάσω στο σημείο όπου κουραστώ πολύ και θέλω να σταματήσω, τότε θα συγκεντρωθώ στις αναπνοές μου και θα αγνοήσω την κούραση.”
Η τεχνική αυτή είναι αποτελεσματική διότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος επεξεργάζεται “εάν-τότε” στόχους πολύ διαφορετικά απ’ ότι επεξεργάζεται την απλή πρόθεση επίτευξης ενός στόχου. Εάν έχω στόχο να “παώ γυμναστήριο” νιώθω πως έχω τον πλήρη έλεγχο του πότε θα κάνω κάτι. Έτσι, συχνά επιλέγω να μην το κάνω. Η στρατηγική του “εάν-τότε” όμως δίνει τον έλεγχο της δικής μου συμπεριφοράς σε ένα εξωτερικό ερέθισμα. Δεν ελέγχω πλέον εγώ τη συμπεριφορά μου αλλά η κατάσταση ή το ερέθισμα την ελέγχει. Με αυτό τον τρόπο “ξεγελάμε” τον εγκέφαλό μας δημιουργώντας συνήθειες και αυτοματοποιώντας τη συμπεριφορά μας. Φτιάχνουμε δηλαδή ένα συνειδητό πλάνο για να ενεργήσουμε ασυνείδητα!
Πίσω στους στόχους για τη νέα χρονιά: “εάν θελήσω να βάλω στόχους, τότε να μάθω πώς να βάζω αποτελεσματικούς στόχους…”