Η επιδημιολογική εικόνα της Κύπρου καταδεικνύει την επιτακτική ανάγκη λήψης αποφάσεων που θα βασίζονται σε επιστημονικά δεδομένα και θα μπορέσουν να βοηθήσουν στην προώθηση του εμβολιαστικού προγράμματος.
Είναι γνωστή η θέση της επιστημονικής κοινότητας, ότι οι εμβολιασμοί αποτελούν το μοναδικό όπλο στη φαρέτρα των κυβερνήσεων για αντιμετώπιση της πανδημίας του Covid-19. Έχει επίσης αναδειχθεί, η πολυπλοκότητα της πανδημίας και της προσπάθειας αντιμετώπισης της, όπως για παράδειγμα τις επιπτώσεις που εκτείνονται σε άξονες από σωματικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί και οικονομικοί. Αυτό σημαίνει ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας δεν μπορεί να γίνεται καθαρά με επιδημιολογικούς όρους, αφού η ισχύς του πως συμπεριφέρεται ο καθένας έχει πρωτεύον ρόλο στον περιορισμό της διασποράς του ιού. Ως εκ τούτου, οι επιστήμες της συμπεριφοράς και ειδικότερα η ψυχολογία της υγείας μπορεί να συμβάλει στην προσπάθεια αναχαίτισης του ιού, όπως γίνεται σε αρκετές άλλες χώρες.
Διστακτικότητα στον πληθυσμό
Παρατηρούμε εδώ και καιρό, πολλούς να ισχυρίζονται ότι στον πληθυσμό υπάρχουν οι ‘θετικοί’ και οι ‘αρνητικοί΄ ως προς τους εμβολιασμούς. Επίσης, μέτρα που λαμβάνονται οδηγούν σε περαιτέρω όξυνση της πόλωσης ανάμεσα στον πληθυσμό, με ανυπολόγιστες συνέπειες τόσο κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όσο και μετέπειτα. Οι επιστήμονες παγκοσμίως έχουν εδώ και καιρό καταλήξει σε τρεις, εν δυνάμει κατηγορίες, όσον αφορά τις στάσεις τους έναντι των εμβολιασμών.
Α) Αρνητικοί ως προς τον εμβολιασμό (ενίοτε χαρακτηρισμένοι ως ‘αρνητές’): βάσει στοιχείων, αυτή η ομάδα δεν είναι μεγάλη σε αριθμό. Αποτελείται από άτομα που έχουν ισχυρές πεποιθήσεις έναντι των εμβολίων και οι αρνητικές στάσεις τους προεκτείνονται και σε άλλα θέματα όπως για παράδειγμα τα μέτρα προφύλαξης από τον ιό και η δυσπιστία προς την επιστήμη. Είναι επίσης μια ομάδα, που πιστεύει και διαδίδει θεωρίες συνωμοσίας και είναι έντονη και με δυνατή φωνή κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι προσπάθειες της πολιτείας ως προς αυτήν την ομάδα πρέπει να στοχεύουν στον περιορισμό της ζημιάς από την διάδοση ψευδών ειδήσεων, μέσω της έγκαιρης και έγκυρης αντιμετώπισης τους.
Β) Θετικοί ως προς τον εμβολιασμό: αυτή είναι και η ομάδα που έχει εμβολιαστεί έγκαιρα και έχει καταλήξει ως προς την σημαντικότητα των εμβολιασμών.
Γ) Διστακτικοί ως προς τον εμβολιασμό: Η μεγαλύτερη ομάδα του πληθυσμού παρουσιάζει προβληματισμούς και ανησυχίες, οι οποίες χρήζουν κατανόησης. Η συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού πρέπει να είναι ο στόχος των δημόσιων παρεμβάσεων (public health interventions) με στόχο όμως πρώτιστα να εισακουστούν οι ανησυχίες τους.
Έρευνες σε παγκόσμιο επίπεδο παρέχουν πληροφορίες ως προς το προφίλ των διστακτικών έναντι των εμβολίων: άτομα κυρίως νεαρότερης ηλικίας, γυναίκες (λόγω και της παραπληροφόρησης που αφορά τις επιπτώσεις των εμβολίων ως προς την γονιμότητα), που ζουν σε μη αστικές περιοχές, χωρίς παιδιά, με χαμηλότερη κοινωνική υποστήριξη και λιγότερη εμπιστοσύνη στους θεσμούς είτε αυτοί είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, οι κυβερνήσεις κτλ. Παρόμοια δεδομένα παρουσιάζουν και οι δικές μας έρευνες στον κυπριακό πληθυσμό.
Επιπλέον, δικές μας έρευνες σε συνεργασία με Πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα του εξωτερικού παρέχουν πρακτικές συμβουλές για την κάμψη της διστακτικότητας. Για παράδειγμα συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σε συνεργασία με συναδέλφους από το Ηνωμένο Βασίλειο, δείχνει ότι πεποιθήσεις και προθέσεις για εμβολιασμό βελτιώνονται όταν χρησιμοποιούνται πιο σύντομα μηνύματα γύρω από την μείωση του κινδύνου, που τονίζουν τα οφέλη του εμβολιασμού για την κοινωνία και αντιμετωπίζουν πεποιθήσεις σχετικά με την ικανότητα και τις ανησυχίες μεταξύ των πληθυσμιακών στόχων. Σαφή, αξιόπιστα μηνύματα, κατανοητά από τον πληθυσμό που στοχεύουν (σε αντίθεση με τα γενικά μηνύματα) σχετίζονται επίσης με υψηλότερη αποδοχή.
Μια δεύτερη συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύσαμε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Vaccines υπογραμμίζει τον βασικό ρόλο που διαδραματίζουν τα κοινωνικά δίκτυα στη διαμόρφωση των στάσεων έναντι των εμβολιασμών κι ότι οι συμμετέχοντες έχουν πιο θετικές στάσεις εμβολιασμού και μεγαλύτερη πιθανότητα να εμβολιαστούν ή να εμβολιάσουν το παιδί τους όταν εκτίθενται συχνότερα σε θετικές στάσεις και συζητούν με την οικογένεια και τους φίλους τους. Μια διεθνής μελέτη που δημοσιεύσαμε επίσης πρόσφατα, δείχνει ότι οι γυναίκες, τα νεαρότερα άτομα (≤29 ετών) και οι άνθρωποι που ζουν σε αγροτικές περιοχές είναι πιο πιθανό να είναι διστακτικοί, ενώ τα άτομα που είχαν λάβει προηγουμένως εμβόλιο γρίπης είχαν 70% λιγότερες πιθανότητες να αναφέρουν διστακτικότητα στο εμβόλιο για τον Covid-19.
Παρόμοιες έρευνες γίνονται και από άλλους συναδέλφους στην Κύπρο, που δείχνουν στρατηγικές αντιμετώπισης της διστακτικότητας τόσο γενικά όσο και σε ειδικούς πληθυσμούς όπως οι γυναίκες που μπορεί να σκέφτονται ζητήματα υπο-γονιμότητας.
Συμπεριφορική προσέγγιση των παρεμβάσεων δημόσιας υγείας
Υπάρχουν τουλάχιστον δύο επιστημονικά μοντέλα που χρησιμοποιούμε όταν σχεδιάζουμε παρεμβάσεις αλλαγής συμπεριφοράς:
Το COM-B Model υποστηρίζει με επιστημονικά δεδομένα, ότι η αλλαγή στη συμπεριφορά εξαρτάται από την ενίσχυση τριών γενικών παραμέτρων α) της ικανότητας των ατόμων να εκτελέσουν τη συμπεριφορά (Capability), β) της ευκαιρίας που έχουν ( Opportunity) και (γ) των κινήτρων που έχουν (Motivation).
Το Health Belief Model υποστηρίζει ότι παράμετροι που επηρεάζουν την αλλαγή συμπεριφοράς προέρχονται γενικότερα από τις πεποιθήσεις μας που εστιάζουν ανάμεσα σε άλλα στην αυτό-αποτελεσματικότητα και τις πεποιθήσεις μας όσον αφορά τις κοινωνικές νόρμες και ως προς την ασθένεια (π.χ. πόσο ευαίσθητος είναι κάποιος να ασθενήσει και πόσο σοβαρή θεωρεί την ασθένεια).
Έχω ισχυρή πεποίθηση ότι το έργο της πολιτείας πρέπει να ενισχυθεί από τα δεδομένα και τα μοντέλα που προέρχονται από τις συμπεριφορικές επιστήμες, αν θέλουμε πραγματικά να ωθήσουμε τον κόσμο προς το εμβολιαστικό πρόγραμμα. Η αλλαγή της συμπεριφοράς (behaviour change) είναι ολόκληρη επιστήμη, με πολλαπλές προεκτάσεις και παράγοντες που μπορεί να την επηρεάζουν. Θα κάνω μια προσπάθεια να παρουσιάσω συνοπτικά τέσσερις πυλώνες που θεωρώ ότι τα μέτρα πρέπει να στοχεύουν, αν θέλουμε πραγματικά να κάμψουμε την διστακτικότητα έναντι των εμβολιασμών (ενίοτε και συγκεκριμένων εμβολίων) και οι οποίοι συνοψίζουν τα δεδομένα της παγκόσμιας βιβλιογραφίας.
Α) Προσβασιμότητα
Είναι η ώρα, να αρθούν όλα τα εμπόδια ανάμεσα στον πληθυσμό και τα εμβόλια. Πρώτον, η αποκέντρωση του προγράμματος είναι επιβεβλημένη, αφού οποιοσδήποτε θα πρέπει να μπορεί να εμβολιάζεται, οπουδήποτε με μόνο τεκμήριο την παρουσίαση της πολιτικής ταυτότητας. Δεύτερον, επιβάλλεται να ενισχυθούν οι κινητές μονάδες εμβολιασμών με προτεραιότητα α) τα μέρη όπου συχνάζει η νεολαία, β) τις αθλητικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις και γ) τις περιοχές όπου παρουσιάζεται χαμηλότερη εμβολιαστική κάλυψη. Για το τελευταίο χρειάζεται το Υπουργείο Υγείας να δώσει έμφαση στη συλλογή δεδομένων, όχι ανά επαρχία όπως ήδη γίνεται, αλλά πιο συγκεκριμένα ανά περιοχή, ιατρικό κέντρο, προσωπικό ιατρό και νοσοκομείο. Τρίτον, επιβάλλεται να δοθούν ή να ενισχυθούν μέτρα, όπως οι άδειες ασθενείας για εμβολιασμό, οι διευκολύνσεις σε άτομα που νοιώθουν αδιαθεσία μετά τον εμβολιασμό, η διευθέτηση της μεταφοράς ατόμων που δεν έχουν μέσο μετακίνησης. Πολύ θετικό μέτρο είναι τα walk-in κέντρα που πρέπει να ενισχυθούν.
Β) Αύξηση Κινήτρων
Το κίνητρο των μη εμβολιασμένων για να εμβολιαστούν πρέπει να ενισχυθεί, αφού αποτελεί πρωτεύον παράγοντα εμβολιασμού. Συνεπώς θα ήταν καλό σε πρώτο στάδιο, η πολιτεία να συλλέξει δεδομένα, να ακούσει τις ανησυχίες και να τις κωδικοποιήσει ούτως ώστε να μπορεί να τις απαντήσει με στοχευμένο τρόπο. Αυτό μπορεί να γίνει καλώντας επιστήμονες να συλλέγουν, για παράδειγμα δεδομένα μέσω κοινωνικών δικτύων και ομάδων εστίασης ταυτόχρονα με την λήψη μέτρων για ενημέρωση των προσπαθειών. Κύρια όμως, το Γενικό Σύστημα Υγείας πρέπει να κινητοποιηθεί και να ηγηθεί της προσπάθειας, παρέχοντας για παράδειγμα οδηγίες στους προσωπικούς και ειδικούς ιατρούς να εντάξουν ολιγόλεπτη συζήτηση για τα εμβόλια στις συναντήσεις με τους ασθενείς, να αποστείλουν επιστολές, να βρουν τους εγγεγραμμένους ασθενείς που είναι πιο πιθανόν να μην εμβολιάστηκαν (π.χ. όσοι δεν έλαβαν το εμβόλιο της γρίπης) κ.ο.κ. Όλη αυτή η προσπάθεια πρέπει να γίνει με στρατηγική και σχεδιασμό.
Επίσης, μέτρα που σπρώχνουν τους μη εμβολιασμένους, να εμβολιαστούν είναι μεν προς την σωστή κατεύθυνση, αφού δίνουν στους εμβολιασμένους τη δυνατότητα να βλέπουν πρακτικά το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς τους, αλλά δεν πρέπει να μείνουμε μόνο σε αυτά[1]. Αντίθετα, πρέπει να υπάρχει προσοχή, για να μην ενισχύεται η πόλωση στον πληθυσμό και σε καμία περίπτωση να μην εναπόκειται στην κοινωνία να ελέγχει ο ένας τον άλλο, αφού αυτό θα έχει αρνητικές επιπτώσεις μετέπειτα. Χρειάζονται αντισταθμιστικά μέτρα για να μην ενισχυθεί η πόλωση και η ένταση στην κοινωνία.
Αντικίνητρο μπορεί να θεωρηθεί επίσης η έλλειψη οργάνωσης ως προς την διαθεσιμότητα για παράδειγμα των εμβολίων και γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή.
Γ) Ενίσχυση της Εμπιστοσύνης
Ένας άκρως σοβαρός λόγος για την διστακτικότητα έναντι των εμβολίων αποτελεί η απώλεια εμπιστοσύνης ως προς τους θεσμούς και επιβεβαιώνεται με έρευνες που διεξάγουμε και είναι προς δημοσίευση σε επιστημονικά περιοδικά. Αυτό σημαίνει ότι, αν η πηγή της πληροφόρησης δεν χαίρει εμπιστοσύνης, τότε το μήνυμα δεν θα αξιολογηθεί θετικά. Αν για παράδειγμα ένα άτομο έχει χάσει την εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση, δεν μπορεί η πηγή να είναι μόνο αυτή. Η διάδοση πληροφοριών μέσω των Μ.Μ.Ε. και οι καμπάνιες/εκστρατείες ενημέρωσης είναι ένα βήμα αλλά όχι αρκετό για δύο κύρια λόγους: α) οι γενικές καμπάνιες δεν έχουν συνήθως σημαντικά αποτελέσματα και β) η πληροφόρηση είναι μόνο ένα κομμάτι για αλλαγή της συμπεριφοράς αλλά από μόνο του έχει μηδαμινή προσφορά. Είναι ανάγκη ως εκ τούτου, η πολιτεία να κινητοποιήσει τους επαγγελματίες υγείας, να τους εκπαιδεύσει ως προς τον τρόπο διάδοσης πληροφοριών και να τους δώσει κίνητρα για να εκτελέσουν αυτό το έργο. Επίσης, οφείλουμε να εμπλέξουμε άτομα όπως νέους στο σχεδιασμό των μέτρων και των παρεμβάσεων αφού χωρίς την εμπλοκή του πληθυσμού-στόχου (target population) οποιαδήποτε παρέμβαση και μέτρο είναι πιθανόν να βρει αντίσταση. Τέλος, μπορούμε να ενημερωθούμε για στρατηγικές για παράδειγμα που άρχισαν στις Η.Π.Α. όπου εργαζόμενοι θετικοί προς τους εμβολιασμούς ωθούν συναδέλφους του που μπορεί να είναι διστακτικοί. Η ‘πηγή’ σε αυτή την περίπτωση είναι οικεία και χαίρει εμπιστοσύνης σε αντίθεση με τις γενικές καμπάνιες. Το ίδιο μπορεί να γίνει σε σχολεία για παράδειγμα ή άλλού όπου συναναστρέφονται νέοι/νέες.
Δ) Στόχευση
Όπως σημειώσαμε και πιο πάνω, καμία γενική καμπάνια δεν δουλεύει το ίδιο για όλους. Ως εκ τούτου, χρειάζονται στοχευμένα μέτρα που να έχουν ως προτεραιότητα συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού όπως οι νέοι, οι γυναίκες (κυρίως σε γόνιμες ηλικίες), οι μετανάστες και οι άνθρωποι της υπαίθρου.
Κανένα όμως μέτρο από μόνο του δεν θα δουλέψει, αν έχουμε τα αυτιά κλειστά ως προς τα δεδομένα των συμπεριφορικών επιστημών, χωρίς σχεδιασμό βάσει μοντέλων που γνωρίζουμε ότι δουλεύουν και χωρίς κατανόηση ότι δεν είναι αντεμβολιαστής όποιος δεν εμβολιάζεται. Από την άλλη δεν είμαστε στο παρά πέντε, αλλά το έχουμε ξεπεράσει προ πολλού. Ας καταλάβουμε όλοι, ότι τα ατομικά δικαιώματα σταματούν εκεί που αρχίζουν τα δικαιώματα του διπλανού μας και ότι τα δικαιώματα έρχονται πακέτο με τις ευθύνες μας έναντι του συνόλου.
- του Άγγελου Π. Κασσιανού
- Ψυχολόγος Υγείας
- Ερευνητής, Πανεπιστήμιο Κύπρου και University College London
Ο Άγγελος Κασσιανός είναι Senior Research Fellow στο UCL και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Έχει ειδικότητα στη Ψυχολογία Υγείας και έχει βασικές σπουδές στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Surrey στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έχει εργαστεί σε διάφορα Πανεπιστήμια όπως το Imperial College London, το University of Cambridge και το Harvard Medical School και έχει δημοσιεύσει πάνω από 40 άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά. Το ερευνητικό του πεδίο είναι γύρω από την πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση ασθενειών όπως ο καρκίνος, οι συμπεριφορές υγείας και η ανάπτυξη παρεμβάσεων ηλεκτρονικής υγείας. Είναι Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Δημόσιας Υγείας της Παράλληλης Βουλής για το Περιβάλλον, την Οικολογία-Αειφορία και την Υγεία.
[1] Εξαίρεση αποτελούν οι χρηματικές αμοιβές αφού δεν υπάρχουν σαφή δεδομένα που να υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα τους, κυρίως στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα ενώ μπορεί να θεωρηθούν και εξαγορά