Σχεδόν ένας στους τρεις ασθενείς που επιβιώνουν από βαριά νόσο Covid-19 εμφανίζουν ακόμη, μετά από μήνες, διαταραχή μετατραυματικού στρες, σύμφωνα με μία νέα έρευνα γιατρών στην Ιταλία, μεταξύ των οποίων ένας Έλληνας της διασποράς.
Οι ερευνητές, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό Ψυχιατρικής “JAMA Psychiatry”, μελέτησαν τις περιπτώσεις 381 ασθενών με μέση ηλικία 55 ετών, εκ των οποίων περίπου το 80% είχαν νοσηλευθεί σε νοσοκομείο της Ρώμης με μέση διάρκεια νοσηλείας 18 ημέρες.
Στην έρευνα συμμετείχε ο Γεώργιος Κοτζαλίδης του Τμήματος Ψυχιατρικής του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Fondazione Policlinico Universitario Agostino Gemelli IRCCS.
Διαπιστώθηκε ότι τέσσερις μήνες μετά την ανάρρωση από τη λοίμωξη το 30% εμφάνιζαν μετατραυματικό στρες, το 17% κατάθλιψη και το 7% γενικευμένη αγχώδη διαταραχή. Τα άτομα με διαταραχή μετατραυματικού στρες ήταν συχνότερα γυναίκες, είχαν συχνότερα ιστορικό ψυχιατρικών διαταραχών, είχαν ντελίριο όταν είχαν νοσηλευθεί και υπέφεραν από παρατεταμένα συμπτώματα “μακράς Covid-19”.
Η διαταραχή μετατραυματικού στρες μπορεί να εμφανιστεί μετά από μία τραυματική εμπειρία και έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν και σε άλλες επιδημίες από συγγενικούς κορωνοϊούς.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη, συμπτώματα της Covid-19, όπως η κόπωση, η δύσπνοια, η απώλεια όσφρησης ή γεύσης και οι πόνοι στους μυς, μπορούν να επιμένουν για απρόσμενα πολλούς μήνες μετά την αρχική λοίμωξη, καμία φορά ακόμη και σε νέους που πέρασαν σχετικά ήπια τη νόσο.
Ένας στους τρεις ασθενείς έχει συμπτώματα ακόμη και μετά από εννέα μήνες, όπως δείχνει η έρευνα, η οποία, παρά το μικρό δείγμα της, είναι μία από αυτές με το μεγαλύτερο βάθος χρόνου σε ασθενείς Covid-19.
Οι ερευνητές του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σιάτλ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό “JAMA Network Open”, μελέτησαν 177 ασθενείς Covid-19 με μέση ηλικία 48 ετών, εκ των οποίων οι 16 (το 9%) είχαν νοσηλευθεί και οι 161 δεν είχαν χρειαστεί νοσηλεία. Μολονότι τα δύο τρίτα των ασθενών δεν είχαν πια συμπτώματα τρεις έως εννέα μήνες μετά την αρχική λοίμωξη, το 16% ανέφεραν ένα ή δύο επίμονα συμπτώματα και το 14% τουλάχιστον τρία συμπτώματα διαρκείας.
Το 33% των ασθενών που πέρασαν ήπια την Covid-19 και το 31% όσων νοσηλεύθηκαν, ανέφεραν τουλάχιστον ένα επίμονο σύμπτωμα για τουλάχιστον τρεις μήνες μετά τη διάγνωση. Επίμονα συμπτώματα εμφάνισαν το 27% των ασθενών 18-39 ετών, το 30% των ασθενών 40-64 ετών και το 43% εκείνων άνω των 65 ετών. Τα συχνότερα επίμονα συμπτώματα, που μπορεί να διαρκέσουν από τρεις έως εννέα μήνες, είναι η κόπωση και η απώλεια όσφρησης/γεύσης (από 14%). Περίπου το 5% των ασθενών έχουν επίμονους πονοκέφαλους ή δύσπνοια ή μυϊκούς πόνους. Άλλα λιγότερο συχνά επίμονα συμπτώματα είναι ο πυρετός, ο βήχας, ο πονόλαιμος, η διάρροια, οι κρυάδες, οι εφιδρώσεις κ.α.
Οι ασθενείς που νοσηλεύθηκαν, είναι πιθανότερο να αναφέρουν συμπτώματα που δεν λένε να φύγουν, αλλά ακόμη και όσοι πέρασαν ήπια τη νόσο, μπορεί να έχουν παρόμοια ταλαιπωρία στη συνέχεια, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα της ζωής τους, όπως ανέφεραν το 30% των ατόμων. Το 8% είπαν ότι τα επίμονα συμπτώματα επηρεάζουν και δυσκολεύουν τουλάχιστον μία από τις καθημερινές δραστηριότητες τους, όπως οι δουλειές του νοικοκυριού.
«Επειδή η Covid-19 υπάρχει εδώ και μόνο ένα χρόνο, οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της για την υγεία δεν είναι ακόμη γνωστές. Όμως το γεγονός πως οι άνθρωποι συνεχίζουν να βιώνουν συμπτώματα επί μήνες μετά την αρρώστια τους, είναι ασφαλώς ανησυχητικό», δήλωσε η ερευνήτρια δρ Ντενίζ ΜακΚάλοχ. Για ποιο λόγο τόσοι άνθρωποι εμφανίζουν συμπτώματα της «μακράς Covid-19», δεν είναι ακόμη σαφές στους επιστήμονες. Πιθανώς σχετίζεται με την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος τους ή με μια χρόνια φλεγμονή.