Στις 14 Ιουλίου 1930 στο Κάπουτ της Γερμανίας εκτυλίχθηκε ένας συναρπαστικός διάλογος ανάμεσα σε δυο λαμπρές διάνοιες: τον παγκοσμίου φήμης επιστήμονα Αλμπερτ Αϊνστάιν (14 Μαρτίου 1879 – 18 Απριλίου 1955) και τον Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ (7 Μαΐου 1861 – 7 Αυγούστου 1941), τον ινδό ποιητή, φιλόσοφο και μουσικό και πρώτο μη Ευρωπαίο που κέρδισε το βραβείο Νόμπελ (δεξιά, στη φωτογραφία, επάνω, με τον Αϊνστάιν).
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς σήμερα πόσο διάσημος ήταν κάποτε ο Ταγκόρ στη Δύση. Με τα έργα του να εντυπωσιάζουν τους Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς και Εζρα Πάουντ, έδωσε διαλέξεις σε κατάμεστες αίθουσες σε όλον τον κόσμο. Δύο ξεχωριστές δημιουργίες του έγιναν οι εθνικοί ύμνοι του Μπαγκλαντές και της Ινδίας.
||Μια συζήτηση ανάμεσα στον Ταγκόρ «τον ποιητή με το κεφάλι ενός στοχαστή» και στον Αϊνστάιν «τον στοχαστή με το κεφάλι ενός ποιητή»
Η ιστορική συζήτηση Ταγκόρ – Αϊνστάιν έγινε εν μέσω ενός ευρύτερου διαλόγου για την πνευματική αναγέννηση που σάρωσε την Ινδία στις αρχές του εικοστού αιώνα
Ο Αλμπερτ Αϊνστάιν τον υποδέχθηκε στο εξοχικό του, στην περιοχή του Πότσνταμ, στα περίχωρα του Βερολίνου, και οι δυο τους προχώρησαν σε μια από τις πιο συναρπαστικές, διανοητικά καθηλωτικές συνομιλίες στην ιστορία.
Ηταν μια απροσδόκητη και συναρπαστική συνάντηση, σε μεγάλο βαθμό, ανταλλαγής απόψεων, μέσα από τις διαφορετικές αντιλήψεις τους για τον κόσμο, τις έννοιες της αλήθειας και της ομορφιάς, που αντιπροσωπεύουν δύο ευρείες φιλοσοφικές κατηγορίες.
Η συζήτηση καταγράφηκε με σχολαστικότητα, και τον Ιανουάριο του 1931 δημοσιεύτηκε στο Modern Review, υπό τον τίτλο «On the Nature of Reality: Albert Einstein in Conversation with Rabindranath Tagore» (Για τη Φύση της Πραγματικότητας: Ο Αλμπερτ Αϊνστάιν συζητά με τον Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ).
Προέκταση μιας μακροχρόνιας διαμάχης
Λαμβάνοντας υπόψη ότι πραγματοποιήθηκε λίγο αφότου ο Ταγκόρ έδωσε τη διάλεξη Hibbert το 1930 στην Οξφόρδη, με θέμα «The Religion of Man» (Η Πίστη του Ανθρώπου), πολλοί εξέλαβαν τη συνομιλία ως μια προέκταση της μακροχρόνιας διαμάχης μεταξύ επιστήμης και θρησκείας.
Το έργο «Επιστήμη και Ινδική Παράδοση: Οταν ο Αϊνστάιν γνώρισε τον Ταγκόρ» αφηγείται την ιστορική συνάντηση εν μέσω μιας ευρύτερης συζήτησης για την πνευματική αναγέννηση που σάρωσε την Ινδία στις αρχές του εικοστού αιώνα, προκαλώντας μια απρόσμενη ώσμωση των ινδικών παραδόσεων και της δυτικής κοσμικής επιστημονικής θεωρίας.
Δύο διαφορετικές θεωρήσεις
Σύμφωνα με τον Αϊνστάιν,
«Υπάρχουν δύο διαφορετικές θεωρήσεις για τη φύση του κόσμου – ο κόσμος ως ενότητα που εξαρτάται από την ανθρωπότητα και ο κόσμος ως πραγματικότητα ανεξάρτητη από τον ανθρώπινο παράγοντα»,
Ο Ταγκόρ απάντησε,
«Οταν ο κόσμος μας βρίσκεται σε αρμονία με τον άνθρωπο, το αιώνιο το γνωρίζουμε ως αλήθεια, το αισθανόμαστε ως ομορφιά».
Ενώ ο ένας διέκρινε μεταξύ ιδέας και πραγματικότητας, ο άλλος εστίαζε στην ανθρώπινη εμπειρία, αναδεικνύοντας τη δημιουργικότητα και τη φαντασία.
Αυτό που πολλοί θεώρησαν ότι ήταν μια σαγηνευτική συζήτηση, ο ίδιος ο Αϊνστάιν πίστευε ότι «δεν έπρεπε να έχει δημοσιευτεί ποτέ», καθώς ήταν «μάλλον ανεπιτυχής λόγω δυσκολιών στην επικοινωνία».
Ομως, ακόμη και χωρίς τα γλωσσικά εμπόδια, θα μπορούσε να υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά μεταξύ των δύο, παρατηρεί ο φιλόσοφος Αϊζάια Μπερλίν:
«…Ο Αϊνστάιν δεν ήταν ποτέ δυνατόν να συμφωνήσει με την αντίληψη του Ταγκόρ για ένα καθολικό πνεύμα που ελέγχει τη φύση, λόγω της δέσμευσής του στον ρεαλισμό, τον ντετερμινισμό και την αυστηρή αιτιότητα της κλασικής φυσικής».
Ο ποιητής και ο επιστήμονας
Ωστόσο, η ανταλλαγή των απόψεών τους παραμένει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Ο ποιητής ισχυρίζεται ότι η αλήθεια δεν αποτελεί μια ανεξάρτητη οντότητα αλλά είναι δημιούργημα της ανθρώπινης συνείδησης, και τι άλλο θα μπορούσε να διακηρύξει ο ποιητής; Ο ίδιος δημιουργεί την αλήθεια με τα λόγια του.
Ο επιστήμονας, από την άλλη πλευρά, προβάλει την αλήθεια ως οντότητα καθ’ εαυτή με το δικό της σύνολο ιδιοτήτων, οι ανακαλύψεις των οποίων αποτελούν το αντικείμενο της επιστημονικής του έρευνας.
Εχει ενδιαφέρον ότι αυτή η «διχοτομία» εμφανίζεται στο «Αϊνστάιν και Ταγκόρ, Νεύτωνας και Μπλέικ, Εβερετ και Μπορ: Η διπλή φύση της πραγματικότητας» του Anthony Sudbery, που πραγματεύεται τη δυνατότητα αναγνώρισης και των δύο για την κατανόηση της κβαντικής θεωρίας.
Θεωρεί ότι παρόλο που μπορεί να υπάρχει ένας υπονοούμενος διαχωρισμός μεταξύ επιστημονικών και αισθητικών αντιλήψεων, αυτές δεν είναι εγγενώς ανταγωνιστικές ή αντιφατικές μεταξύ τους.
«Ενας μαθηματικός και ένας μυστικιστής»
Ως εκ τούτου, επισημαίνει ότι δεν έχουμε να κάνουμε με τον Αϊνστάιν εναντίον του Ταγκόρ, αλλά με τον Αϊνστάιν και τον Ταγκόρ.
Ισως, συμπτωματικά, οι New York Times πρόβαλαν αυτήν τη συζήτηση με τον τίτλο «Ο Αϊνστάιν και ο Ταγκόρ Αναλύουν την Αλήθεια».
Το άρθρο περιέγραφε τον Ταγκόρ ως «τον ποιητή με το κεφάλι ενός στοχαστή» και τον Αϊνστάιν ως «τον στοχαστή με το κεφάλι ενός ποιητή».
Σχολιάζοντας, επίσης, μια άλλη σύντομη συνάντησή τους στα τέλη του 1930 στη Νέα Υόρκη, η ίδια εφημερίδα έγραψε στη λεζάντα της φωτογραφίας τους: «Ενας μαθηματικός και ένας μυστικιστής συναντώνται στο Μανχάταν».
Πέρα από την αναζήτηση της αλήθειας, οι σκέψεις των δυο διανοούμενων διαπέρασαν τη σφαίρα των μαθηματικών ανακαλύψεων, της πολιτικής, της παγκόσμιας ειρήνης, της αναγεννησιακής ατομοκρατίας, της αρμονικής σχέσης μεταξύ ανατολικής και δυτικής μουσικής και των εικαστικών τεχνών, του ρόλου του ήχου, της μελωδίας και του χρώματος σε αυτούς τους τομείς κ.λπ.
Στιγμιότυπο από την επίσκεψη του Ταγκόρ στο εξοχικό σπίτι του Αϊνστάιν στο Κάπουτ, όπου έλαβε χώρα ο ιστορικός διάλογος
Συνεχίζει να προβληματίζει
Ο Ταγκόρ πίστευε ότι μεταξύ τους «δεν υπήρχε πνευματική αποστασιοποίηση». Ισως γιατί κάτω από τις πρωταρχικές ταυτότητες του ποιητή και του επιστήμονα, κυριαρχούσε εκείνη του φιλοσόφου.
Ετσι, η εμβριθής εξερεύνησή τους ως εκπροσώπων των ανατολικών και δυτικών πολιτισμών, που έλαβε χώρα σχεδόν πριν έναν αιώνα, συνεχίζει μέχρι σήμερα να προβληματίζει κάθε σκεπτόμενο άτομο.
Το παρακάτω απόσπασμα μιας εκ των συνομιλιών τους κινείται ανάμεσα στη διαχρονική εξέταση των ορισμών της επιστήμης, της ομορφιάς, της συνείδησης και της φιλοσοφίας, και τον αριστοτεχνικό διαλογισμό στα πιο θεμελιώδη ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης.
«Κανένας τους δεν επιχείρησε να επιβάλλει τη γνώμη του στον άλλον. Απλώς αντάλλαξαν ιδέες. Σ’ έναν παρατηρητή όμως φαίνονταν σαν δύο πλανήτες απασχολημένοι σε φιλική κουβεντούλα» υπογράμμισε ο ρώσος δημοσιογράφος Ντιμίτρι Μαριάνοφ (μετέπειτα σύζυγος της θετής κόρης του Αϊνστάιν, Μαργκώ), που παρακολουθούσε τη συζήτηση και, μάλιστα, την κατέγραψε.
Ο διάλογος Αϊνστάιν – Ταγκόρ
Αϊνστάιν: Πιστεύεις ότι το Θείο υπάρχει ανεξάρτητα από τον κόσμο μας;
Ταγκόρ: Οχι. Η άπειρη προσωπικότητα του ανθρώπου κατανοεί το Σύμπαν. Δεν μπορεί να υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί να υπαχθεί στην ανθρώπινη προσωπικότητα, και αυτό αποδεικνύει ότι η Αλήθεια του Σύμπαντος είναι η ανθρώπινη Αλήθεια.
Χρησιμοποίησα ένα επιστημονικό στοιχείο για να το εξηγήσω — Η ύλη αποτελείται από πρωτόνια και ηλεκτρόνια, με κενά μεταξύ τους, αλλά η ύλη φαίνεται να είναι συμπαγής.
Ομοίως, η ανθρωπότητα αποτελείται από άτομα, ωστόσο συνδέονται μεταξύ τους με τις ανθρώπινες σχέσεις, οι οποίες συγκροτούν τη ζωντανή ενότητα του ανθρώπινου κόσμου. Ολόκληρο το σύμπαν είναι συνδεδεμένο μ’ εμάς με παρόμοιο τρόπο, είναι ένα ανθρώπινο σύμπαν.
Εχω εξετάσει σε βάθος αυτήν τη σκέψη μέσα από την τέχνη, τη λογοτεχνία και τη θρησκευτική συνείδηση του ανθρώπου.
«Το σύμπαν σε αρμονία με τον Ανθρωπο»
Αϊνστάιν: Υπάρχουν δύο διαφορετικές αντιλήψεις για τη φύση του κόσμου: (1) Ο κόσμος ως ενότητα που εξαρτάται από την ανθρωπότητα. (2) Ο κόσμος ως πραγματικότητα ανεξάρτητη από τον ανθρώπινο παράγοντα.
Ταγκόρ: Οταν το σύμπαν βρίσκεται σε αρμονία με τον Ανθρωπο, το αιώνιο, το αντιλαμβανόμαστε ως Αλήθεια, το αισθανόμαστε ως ομορφιά.
Αϊνστάιν: Αυτή είναι μια εντελώς ανθρώπινη σύλληψη του σύμπαντος.
Ταγκόρ: Δεν μπορεί να υπάρχει άλλη αντίληψη. Ο κόσμος είναι ένας ανθρώπινος κόσμος — η επιστημονική θεώρησή του είναι αυτή του επιστήμονα, που είναι άνθρωπος. Υπάρχει μια κοινά αποδεκτή εξήγηση και ικανοποίηση που αναγάγεται σε Αλήθεια, στο πρότυπο του Αιώνιου Ανθρώπου του οποίου οι εμπειρίες διαμορφώνονται μέσα από τις δικές μας εμπειρίες.
Αϊνστάιν: Αυτό είναι ένα επίτευγμα του ανθρώπινου νου.
Ταγκόρ: Ναι, του αιώνιου νου. Πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε μέσα από τα συναισθήματα και τις δραστηριότητές μας. Μέσα από τους περιορισμούς μας δημιουργήσαμε τον Υπέρτατο Ανθρωπο που δεν έχει ατομικούς περιορισμούς.
Στιγμιότυπο από μια παλαιότερη συνάντηση (1926) στο Βερολίνο (από αριστερά προς τα δεξιά: καθισμένοι, ο Αϊνστάιν, η σύζυγός του Ελσα και ο Ταγκόρ, όρθιοι, ο καθηγητής Λόβενταλ, η θετή κόρη του Αϊνστάιν, Μαργκό, ο καθηγητής Μαχαλανόμπις, η σύζυγος του Ταγκόρ και η σύζυγος, επίσης καθηγήτρια, του Μαχαλανόμπις
Θρησκεία και Αλήθεια
Η επιστήμη ασχολείται με αυτό που δεν περιορίζεται στα άτομα. Είναι ο απρόσωπος ανθρώπινος κόσμος των Αληθειών. Η θρησκεία αναγνωρίζει αυτές τις Αλήθειες και τις συνδέει με τις βαθύτερες ανάγκες μας. Η ατομική συνειδητοποίηση της Αλήθειας αποκτά παγκόσμια σημασία. Η θρησκεία προσδίδει αξίες στην Αλήθεια, και γνωρίζουμε αυτή την Αλήθεια ως καλή μέσω της δικής μας αρμονίας με αυτήν
Αϊνστάιν: Η αλήθεια, λοιπόν, ή η ομορφιά δεν είναι ανεξάρτητη από τον άνθρωπο;
Ταγκόρ: Οχι.
Αϊνστάιν: Αν δεν υπήρχαν πλέον άνθρωποι, ο Απόλλωνας του Μπελβεντέρε δεν θα ήταν πια όμορφος.
Ταγκόρ: Οχι.
Αϊνστάιν: Συμφωνώ ως προς αυτήν την αντίληψη της Ομορφιάς, αλλά όχι όσον αφορά την Αλήθεια.
Ταγκόρ: Γιατί όχι; Η αλήθεια δημιουργείται από τον άνθρωπο.
Αϊνστάιν: Δεν μπορώ να αποδείξω ότι η θεώρησή μου είναι σωστή, αλλά αυτή είναι η θρησκεία μου.
«Πώς, αλλιώς, μπορούμε να γνωρίσουμε την Αλήθεια»;
Ταγκόρ: Η ομορφιά βρίσκεται στο ιδανικό της τέλειας αρμονίας που ενυπάρχει στο Συμπαντικό Είναι. Αλήθεια είναι η τέλεια κατανόηση του Συμπαντικού Νου. Εμείς τα άτομα την προσεγγίζουμε μέσα από τα δικά μας λάθη και ατοπήματα, μέσα από τις συσσωρευμένες εμπειρίες μας, μέσω της πεφωτισμένης συνείδησής μας – πώς, αλλιώς, μπορούμε να γνωρίσουμε την Αλήθεια;
Αϊνστάιν: Δεν μπορώ να αποδείξω επιστημονικά ότι η Αλήθεια πρέπει να συλληφθεί ως μια Αλήθεια που ισχύει ανεξάρτητα από την ανθρωπότητα, αλλά το πιστεύω ακράδαντα.
Πιστεύω, για παράδειγμα, ότι το Πυθαγόρειο θεώρημα στη γεωμετρία δηλώνει κάτι που είναι κατά προσέγγιση αληθινό, ανεξάρτητα από την ύπαρξη του ανθρώπου.
Τέλος πάντων, αν υπάρχει μια πραγματικότητα ανεξάρτητη από τον άνθρωπο, υπάρχει και μια Αλήθεια που σχετίζεται μ’ αυτήν την πραγματικότητα. Και κατά τον ίδιο τρόπο η άρνηση του πρώτου γεννά άρνηση της ύπαρξης του δεύτερου.
Tαγκόρ: Η αλήθεια, η οποία ταυτίζεται με το Συμπαντικό Είναι, πρέπει στην ουσία της να είναι ανθρώπινη, διαφορετικά ό,τι εμείς οι άνθρωποι αντιλαμβανόμαστε ως αληθινό δεν μπορεί ποτέ να ονομαστεί αλήθεια – τουλάχιστον η Αλήθεια που περιγράφεται ως επιστημονική και η οποία μπορεί να προσεγγιστεί μόνο μέσω της διαδικασίας της λογικής, με άλλα λόγια, από ένα όργανο σκέψεων που είναι ανθρώπινο.
«Το Μπράχμαν, η απόλυτη Αλήθεια»
Σύμφωνα με την Ινδική Φιλοσοφία υπάρχει το Μπράχμαν, η απόλυτη Αλήθεια, η οποία δεν μπορεί να συλληφθεί με την απομόνωση του ατομικού νου ή να περιγραφεί με λέξεις, αλλά μπορεί να συνειδητοποιηθεί μόνο με την πλήρη ένωση του ατόμου με το άπειρό του.
Αλλά μια τέτοια Αλήθεια δεν μπορεί ν’ ανήκει στην Επιστήμη. Η φύση της Αλήθειας που συζητάμε είναι μια εμφάνιση – δηλαδή, αυτό που φαίνεται να είναι αληθινό στον ανθρώπινο νου και επομένως είναι ανθρώπινο, και μπορεί να ονομαστεί μαγεία ή ψευδαίσθηση.
Αϊνστάιν: Σύμφωνα λοιπόν με την αντίληψή σας, που μπορεί να είναι η ινδική αντίληψη, δεν πρόκειται για την ψευδαίσθηση του ατόμου, αλλά της ανθρωπότητας στο σύνολό της.
Ταγκόρ: Το είδος ανήκει επίσης σε μια ενότητα, στην ανθρωπότητα. Επομένως ολόκληρος ο ανθρώπινος νους αντιλαμβάνεται την Αλήθεια. Ο ινδικός ή ο ευρωπαϊκός νους συναντιούνται σε μια κοινή συνειδητοποίηση.
Αϊνστάιν: Η λέξη είδος χρησιμοποιείται στα γερμανικά για όλα τα ανθρώπινα όντα, εδώ που τα λέμε, ακόμη και οι πίθηκοι και οι βάτραχοι θα μπορούσαν ν’ ανήκουν σ’ αυτό.
«Κανένας τους δεν επιχείρησε να επιβάλλει τη γνώμη του στον άλλον. Απλώς αντάλλαξαν ιδέες. Σ’ έναν παρατηρητή όμως φαινόταν σαν δύο πλανήτες απασχολημένοι σε φιλική κουβεντούλα»
Ταγκόρ: Στην επιστήμη περνάμε από τη διδασκαλία της εξάλειψης των προσωπικών περιορισμών του ατομικού μας μυαλού και έτσι φτάνουμε σ’ εκείνη την κατανόηση της Αλήθειας που βρίσκεται στο μυαλό του Συμπαντικού Ανθρώπου.
Η αλήθεια ανεξάρτητα από τη συνείδησή μας
Αϊνστάιν: Το πρόβλημα έχει να κάνει με το εάν η Αλήθεια είναι ανεξάρτητη από τη συνείδησή μας.
Ταγκόρ: Αυτό που ονομάζουμε αλήθεια βρίσκεται στην ορθολογική αρμονία ανάμεσα στις υποκειμενικές και αντικειμενικές πλευρές της πραγματικότητας, που ανήκουν και οι δύο στον υπερ-άνθρωπο.
Αϊνστάιν: Ακόμα και στην καθημερινότητά μας αισθανόμαστε υποχρεωμένοι ν’ αποδώσουμε μια πραγματικότητα ανεξάρτητη από τον άνθρωπο στα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε. Αυτό το κάνουμε για να συνδέσουμε τις εμπειρίες των αισθήσεών μας με λογικό τρόπο. Για παράδειγμα, αν κανείς δεν είναι μέσα σε αυτό το σπίτι, ωστόσο αυτό το τραπέζι παραμένει εκεί που είναι.
Ταγκόρ: Ναι, παραμένει έξω από τον ατομικό νου, αλλά όχι τον καθολικό νου. Το τραπέζι που αντιλαμβάνομαι είναι αντιληπτό από το ίδιο είδος συνείδησης που διαθέτω.
Υπερ-άνθρωπη αντικειμενικότητα
Αϊνστάιν: Αν δεν ήταν κανείς στο σπίτι, το τραπέζι θα υπήρχε το ίδιο — αλλά αυτό ήδη δεν είναι αποδεκτό κατά την άποψή σας — γιατί δεν μπορούμε να εξηγήσουμε τι σημαίνει ότι το τραπέζι είναι εκεί, ανεξάρτητα από εμάς.
Η φυσική μας άποψη σχετικά με την ύπαρξη της αλήθειας ανεξάρτητα από την ανθρωπότητα δεν μπορεί να εξηγηθεί ή να αποδειχθεί, αλλά είναι μια πεποίθηση που δεν μπορεί να λείψει από κανέναν – ούτε καν από πρωτόγονα όντα.
Αποδίδουμε στην Αλήθεια μια υπερ-άνθρωπη αντικειμενικότητα. Είναι αναγκαία για εμάς, αυτή η πραγματικότητα που είναι ανεξάρτητη από την ύπαρξή μας και την εμπειρία μας και το μυαλό μας — αν και δεν μπορούμε να πούμε τι σημαίνει.
Ταγκόρ: Η επιστήμη έχει αποδείξει ότι το τραπέζι ως στερεό αντικείμενο είναι μια εμφάνιση και επομένως αυτό που ο ανθρώπινος νους αντιλαμβάνεται ως τραπέζι δεν θα υπήρχε αν αυτός ο νους ήταν ανύπαρκτος.
Ταυτόχρονα πρέπει να παραδεχτούμε ότι η διαπίστωση πως η απόλυτη φυσική πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα πλήθος ξεχωριστών περιστρεφόμενων κέντρων ηλεκτρικής δύναμης, ανήκει επίσης στον ανθρώπινο νου.
Η αέναη διαδικασία της συμφιλίωσης
Στη σύλληψη της Αλήθειας υπάρχει μια αιώνια σύγκρουση μεταξύ του καθολικού ανθρώπινου νου και του ίδιου νου που περιορίζεται στο άτομο. Η αέναη διαδικασία της συμφιλίωσης συνεχίζεται στην επιστήμη, στη φιλοσοφία, στην ηθική μας.
Σε κάθε περίπτωση, αν υπάρχει κάποια Αλήθεια απολύτως ανεξάρτητη από την ανθρωπότητα, τότε για εμάς είναι απολύτως ανύπαρκτη. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ένα μυαλό στο οποίο η αλληλουχία των πραγμάτων συμβαίνει όχι στον χώρο αλλά μόνο στον χρόνο όπως η ακολουθία των φθογγοσήμων στη μουσική.
Για ένα τέτοιο μυαλό μια τέτοια αντίληψη της πραγματικότητας είναι παρόμοια με τη μουσική πραγματικότητα στην οποία η πυθαγόρεια γεωμετρία δεν μπορεί να έχει νόημα. Υπάρχει η πραγματικότητα του χαρτιού, απείρως διαφορετική από την πραγματικότητα της λογοτεχνίας.
Η μανία του σκόρου…
Για το είδος του μυαλού που διακατέχεται από τη μανία του σκόρου που τρώει το χαρτί, η λογοτεχνία είναι απολύτως ανύπαρκτη, ωστόσο για το μυαλό του ανθρώπου η λογοτεχνία έχει μεγαλύτερη αξία Αλήθειας από το ίδιο το χαρτί.
Με παρόμοιο τρόπο, αν υπάρχει κάποια Αλήθεια που δεν έχει αισθητηριακή ή λογική σχέση με τον ανθρώπινο νου, θα παραμείνει πάντοτε ως τίποτα όσο παραμένουμε ανθρώπινα όντα.
Αϊνστάιν: Τότε είμαι πιο θρησκευόμενος από σας!
Ταγκόρ: Η θρησκεία μου είναι η συμφιλίωση του Υπερ-Ανθρώπου, του συμπαντικού ανθρώπινου πνεύματος, με το δικό μου ατομικό είναι.
Πηγή: in.gr