2013: Η χρονιά που ο Πίτερ Χιγκς βραβευόταν με το Νόμπελ για την επαναστατική θεωρητική εργασία του που οδήγησε τους επιστήμονες του LHC στο CERN της Ελβετίας να ανακαλύψουν το σωματίδιο που ονομάστηκε για εύλογους λόγους, “μποζόνιο του Higgs”. Το σωματίδιο χαρακτηρίστηκε εν συνεχεία από τον Λέον Λέντερμαν εκλαϊκευμένα (αλλά και καταχρηστικά) ως “το σωματίδιο – Θεός” (“the God particle”) ή “το σωματίδιο του Θεού” όπως αποδόθηκε στα ελληνικά.
Η όλη συζήτηση για την ονομασία του μποζονίου ήρθε στην επικαιρότητα με τον θάνατο του σπουδαίου Πίτερ Χιγκς στα 94 του χρόνια, ενώ το σωματίδιο έχει δώσει “τροφή” έμπνευσης σε πτυχές της pop κουλτούρας, όπως το “Higgs Boson Blues” του Nick Cave, εκεί που αποτίνει φόρο τιμής και στον μύθο των blues, Ρόμπερτ Τζόνσον που σύμφωνα με τους λαογραφικούς θρύλους είχε “πουλήσει” την ψυχή και την κιθάρα του, στον διάβολο. Την άλλη όψη του Θεού, δηλαδή.
Καθόλου τυχαίο ότι το “Higgs Boson Blues” κυκλοφόρησε επίσης το 2013 στο άλμπουμ “Push the Sky Away”, το 15ο κατά σειρά του Nick Cave και των Bad Seeds.
Το σωματίδιο παρομοιάστηκε με “Θεός” κανονικός αφού πρακτικά είναι σήμα κατατεθέν ενός πεδίου που απλώνεται σε ολόκληρο το Σύμπαν και προσδίδει στα σωματίδια τη μάζα που έχουν. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι αμέσως μετά τη Μεγάλη Έκρηξη, πολλά σωματίδια δεν είχαν μάζα αλλά την απέκτησαν χάρη σε αυτό το πεδίο που φέρει επίσης το όνομα του Χιγκς. Όποιο σωματίδιο αλληλεπιδρά με το πεδίο, αποκτά μάζα. Η ύπαρξη του σωματιδίου Higgs που είναι αλληλένδετη με το ομώνυμο πεδίο, είναι καθοριστική για να κατανοήσουμε την προέλευση της μάζας, εξ ου και η σημαντικότητα της επαλήθευσής του.
ΜΙΣΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΥΣ
Ο ίδιος ο Χιγκς δεν πίστευε σε καμία θεϊκή διάσταση γύρω από την ανακάλυψή του, τουλάχιστον με κάποιον τρόπο μυστικιστικό. Μιλώντας στον Guardian το 2013 με αφορμή την από κοινού βράβευσή του με τον Φρανσουά Ανγκλέρ (François Englert), έλεγε αφενός πως η βράβευση καθαυτή δεν τον εξέπληξε καθόλου, αντιθέτως επειδή περίμενε μέρες για να γίνει, τον “ανακούφισε” όταν έγινε. Παραδεχόταν αφετέρου πως ποτέ δεν του άρεσε ο χαρακτηρισμός “Σωματίδιο Θεός” για το μποζόνιό του. “Καταρχάς, δεν είμαι πιστός. Μερικοί άνθρωποι μπερδεύονται μεταξύ της επιστήμης και της θεολογίας. Λένε κάποιοι πως όσα έγιναν στο CERN αποδεικνύουν την ύπαρξη του Θεού. Η Εκκλησία στην Ισπανία έχει επίσης ευθύνη για το πώς χρησιμοποίησε τον χαρακτηρισμό, ως απόδειξη για αυτό που προσπαθούν να αποδείξουν. Όλα αυτά ενισχύουν την μπερδεμένη σκέψη στα κεφάλια ανθρώπων που ήδη σκέφτονται υπό σύγχυση”.
Πολλοί δε, του έστελναν γράμματα και mail αναφέροντας πως το μποζόνιο “προβλεπόταν” στην Τορά, το Κοράνι και τις βουδιστικές γραφές, κάτι που τον έκανε να απογοητεύεται ακόμη περισσότερο για το όλο “παρατσούκλι”.
Παρόλα αυτά, ο Χιγκς εναντιωνόταν στις ακραίες προσεγγίσεις. Γνωστή ήταν η κόντρα του με τον βιολόγο Richard Dawkins (συγγραφέας του The God Delusion) και τις απορριπτικές θέσεις που αυτός διατύπωνε έναντι της θρησκείας. “Αυτό που κάνει ο Dawkins είναι να επικρίνει τους φονταμενταλιστές. Αλλά υπάρχουν πολλοί πιστοί που απλώς δεν είναι φονταμενταλιστές. Ο φονταμενταλισμός είναι ένα άλλο πρόβλημα. Ωστόσο ο Dawkins με τον τρόπο του γίνεται σχεδόν ο ίδιος φονταμενταλιστής”, δήλωνε σε συνέντευξή του στην El Mundo.
“Ο αληθινός επιστήμονας όσο παθιασμένος κι αν είναι για να πει “πιστεύω” θα πρέπει να βρει αποδείξεις. Ο φονταμενταλιστής δεν το χρειάζεται αυτό”. έλεγε. Στην ίδια συνέντευξη ο Χιγκς τόνιζε πως παρότι δεν ήταν πιστός, δεν απέρριπτε το ότι επιστήμη και θρησκεία θα μπορούσαν να συνυπάρχουν στον κόσμο. “Η ανάπτυξη της κατανόησής μας για τον κόσμο μέσω της επιστήμης αποδυναμώνει ορισμένα από τα κίνητρα που κάνουν τους ανθρώπους πιστούς. Αλλά αυτό δεν είναι το ίδιο με το να λέμε ότι αυτά τα δύο πεδία είναι ασυμβίβαστα. Πιστεύω πράγματι πως τα παραδοσιακά δόγματα πάνε τον κόσμο πίσω. Από εκεί και πέρα όποιος είναι μη δογματικός πιστός, μπορεί να συνεχίσει να πιστεύει με τον τρόπο του. Προσωπικά δεν είμαι πιστός, περισσότερο λόγω των οικογενειακών καταβολών μου και όχι επειδή υπάρχει μέσα μου κάποια θεμελιώδης δυσκολία στη συμφιλίωση των δύο”.
Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΘΕΣΕΙΣ
Γεννήθηκε στις 29 Μαΐου 1929 στο Νιούκαστλ της Βρετανίας. Εκπόνησε το διδακτορικό του το 1954 ενώ το 1964 δημοσίευσε δύο εργασίες του στο περιοδικό Physical Rev. Letters, περιγράφοντας τον μηχανισμό του αυθόρμητου σπασίματος της συμμετρίας. Ο μηχανισμός αυτός προβλέπει την ύπαρξη ενός μποζονίου, του οποίου οι διακυμάνσεις πεδίου είναι αυτές που γεννούν τη μάζα όλων των σωματιδίων που συνδέονται με αυτό.
Στη ζωή του ο Χιγκς υπήρξε πολιτικοποιημένος και επίμονος. Φέρεται να “επιβεβαίωσε” στο μυαλό του τη θεωρία του περπατώντας ένα σαββατοκύριακο στο Εθνικό Πάρκο Cairngorms, και γενικώς λάτρευε τους περιπάτους. Όπως έγραφε άλλωστε ο Guardian τη μέρα που ανακοινώθηκε πως θα του απονεμηθεί το Νόμπελ δεν ήταν στο σπίτι του για να λάβει κλήσεις. Περπατώντας στη γειτονιά τον σταμάτησε ένας γείτονας για να του δώσει συγχαρητήρια για το βραβείο. “Ποιο βραβείο;”, απάντησε εκείνος. Διακρινόταν δε για την ευγένειά του και την ταπεινότητά του. Όταν έλαβε το Νόμπελ σχεδόν ντρεπόταν επειδή επικράτησε έναντι άλλων συναδέλφων του, όπως περιέγραφε η Decca Aitkenhead, μια από τους λίγους που είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν μαζί του σε κάποια συνέντευξη.
“Εκτός από την εξαιρετική συνεισφορά του στη σωματιδιακή φυσική, ο Πίτερ ήταν ένας πολύ ξεχωριστός άνθρωπος, μια απίστευτα εμπνευσμένη φιγούρα για τους φυσικούς σε όλο τον κόσμο, ένας άνθρωπος με σπάνια σεμνότητα, ένας σπουδαίος δάσκαλος και κάποιος που εξήγησε τη Φυσική με έναν πολύ απλό και συνάμα βαθύ τρόπο. Ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας και των επιτευγμάτων του CERN συνδέεται με αυτόν. Είμαι πολύ λυπημένη και θα μου λείψει πολύ”
-Φαμπιόλα Τζιανότι, γενική διευθύντρια του CERN
Πολιτικά ο Χιγκς ήταν πάντοτε στο πλευρό των Εργατικών. Στα μέσα της δεκαετίας του 60 είχε συγκρουστεί με τη διοίκηση του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου για την κριτική που δέχθηκε σχετικά με την υποστήριξή του προς τις κινητοποιήσεις των φοιτητών. Οι φοιτητές τότε διαμαρτύρονταν για τις μετοχές που διακρατούσε το Πανεπιστήμιο σε εταιρείες της Νότιας Αφρικής. Όλα τα χρόνια μαχόταν δε για μεγαλύτερη συμμετοχή των Πανεπιστημιακών Καθηγητών στη λειτουργία του Ιδρύματος ως προς τα διοικητικά του και την εν γένει λειτουργία του. Λόγω των πολιτικών του θέσεων, του απαγορεύτηκε επίσης να μιλήσει το 1966 σε προγραμματισμένη διάλεξη στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας. Στη ζωή του υποστήριξε ενεργά το κίνημα για μποϊκοτάζ των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων του Ισραήλ με αποτέλεσμα να μην μεταβεί στην Ιερουσαλήμ για να παραλάβει το βραβείο φυσικής “Wolf” το 2004.
Είχε ακόμη παραδεχθεί πως πέρασε κατάθλιψη για πολλά χρόνια όταν χάλασε ο γάμος του τη δεκαετία του 70. Σχετικά με την τεχνολογία και τις εξελίξεις της, του άρεσε να τις παρακολουθεί αλλά όχι να εμπλέκεται στην καθημερινή του ζωή. Απέκτησε κινητό τηλέφωνο το 2010, “μου το αγόρασε ο γιος μου”, έλεγε. Ωστόσο κανείς άλλος δεν είχε τον αριθμό του, πέραν των στενών συγγενών του. “Γιατί θα έπρεπε να σε διακόπτουν στο κινητό; Επειδή τους αρέσει να κρατούν επαφή όταν θέλουν αυτοί; Εγώ δεν θέλω να είμαι σε επαφή”, δήλωνε γελώντας στον Guardian. “Όλο αυτό είναι μια εισβολή στην προσωπική ζωή και σίγουρα δεν αισθάνομαι υποχρεωμένος να το αποδεχθώ”.
Επίσης, δεν είχε τηλεόραση. “Δεν είναι μόνο πως δεν τη θεωρώ ως “παράθυρο” για τον έξω κόσμο. Πιστεύω πως είναι ένα τεχνούργημα”. Και σε καμία περίπτωση δεν είχε εκτιμήσει το “The Big Bang Theory” όταν κάποιος φίλος, του πρότεινε να το δει.
“Σήμερα, δεν θα έπιανα ακαδημαϊκή δουλειά. Είναι τόσο απλό. Δεν νομίζω ότι θα με θεωρούσαν αρκετά παραγωγικό” δήλωνε τέλος σχετικά με τον τρόπο που του άρεσε να δουλεύει. Οι δημοσιευμένες εργασίες του ήταν μετρημένες στα δάχτυλα των δύο χεριών την ώρα που όπως έλεγε, οι νέοι ακαδημαϊκοί πρέπει να δημοσιεύουν διαρκώς.
“Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα μπορούσα να έχω την ηρεμία και τη γαλήνη σήμερα για να καταφέρω κάτι σαν αυτό που κατάφερα το 1964″.