Πόση αλήθεια χωρά σήμερα σε όλη αυτή την υπερπληθώρα επιστημονικών δημοσιεύσεων που κυκλοφορούν στην παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα αλλά και στην παγκόσμια αγορά; Η μαζική παραγωγή επιστήμης σημαίνει τελικά και παραγωγή καλύτερων επιστημονικών πορισμάτων; Σε αυτά και άλλα ερωτήματα προσπαθεί να απαντήσει ο Ιταλός καθηγητής Χημείας των υλικών και αντιπρύτανης ερευνών στο Πανεπιστήμιο Μιλάνο-Μπικόκα, Τζιαφράνκο Πακιόνι, στο νέο του βιβλίο «Υπερβολική παραγωγή αλήθειας» (‘Οverproduction of Truth’ μεταφράζεται στα αγγλικά o ιταλικός τίτλος ‘Scienza, quo vadis?’).
«Δεν μπορούμε να πούμε ότι κινδυνεύει εν γένει η επιστήμη, γιατί κορυφαίοι επιστήμονες συνεχίζουν να παράγουν κορυφαία επιστημονική εργασία, απλώς έχει αλλάξει ο κόσμος στον οποίο ζούμε. Η εικόνα που έχουν οι άνθρωποι στην κοινωνία για την επιστήμη μπορεί να ζημιωθεί επειδή πλέον λαμβάνουν τόσες πολλές πληροφορίες και δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το καλό από το κακό. Στο βιβλίο μου εστιάζω στο πώς η κατεύθυνση που έχει πάρει η επιστημονική παραγωγή μπορεί να βλάψει την εικόνα που έχει ο απλός κόσμος για την επιστήμη», αναφέρει σε συνέντευξή του στη DW ο Τζιανφράνκο Πακιόνι.
Πείραμα, επαλήθευση και «open data»
Όπως αναφέρει ο ίδιος η επιστήμη βασίζεται στο πείραμα και την επαλήθευση αλλά και στην επιστημονική αξιολόγηση των επιστημονικών πορισμάτων που γίνεται με διαφανείς διαδικασίες από επιτροπές ειδικών. «Δεν είναι βέβαια τέλεια αυτή η διαδικασία, αλλά είναι ένας τρόπος αξιολόγησης των πορισμάτων άλλων επιστημόνων» σημειώνει ο Ιταλός καθηγητής. Ωστόσο ο ολοένα αυξανόμενος αριθμός των επιστημονικών εκδόσεων αλλά και η αύξηση των ειδικών που δουλεύουν σε διάφορους κλάδους της επιστήμης δεν οδηγεί απαραίτητα στη βελτίωση της ποιότητας των επιστημονικών εργασιών. «Υπάρχουν ακόμη φυσικά κάποια επιστημονικά περιοδικά που έχουν πολύ ευκρινείς και σχολαστικούς τρόπους διασφάλισης της ποιότητας. Αλλά έπειτα υπάρχουν και περιοδικά που υιοθετούν πολύ πιο ελαστικές διαδικασίες ελέγχου και κάποια δυστυχώς που δεν διασφαλίζουν καθόλου την ποιότητα» επισημαίνει στην DW ο Ιταλός ειδικός.
Μεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει επίσης τα τελευταία χρόνια για τα λεγόμενα «ανοιχτά δεδομένα» (οpen data) στον τομέα των επιστημών, τα δεδομένα δηλαδή που είναι προσβάσιμα σε όλους μέσω διαδικτύου. Ο Ιταλός καθηγητής εκτιμά ότι στην επιστήμη είναι αναγκαίο να διασφαλίζεται η ελεύθερη πρόσβαση όλων στα δεδομένα. «Ωστόσο ποτέ η πρόσβαση σε αυτά δεν ήταν ποτέ εντελώς κλειστή», όπως λέει χαρακτηριστικά, απλά παλαιότερα ήταν δυνατή μόνο μέσω βιβλιοθηκών. «Τώρα δεν χρειάζεται να πας στη βιβλιοθήκη, μπορείς απλώς να τα κατεβάσεις στον υπολογιστή σου. Αυτό που είναι όχι μόνο ανώφελο αλλά και επικίνδυνο είναι η επιστημονική πληροφορία που δεν είναι τεκμηριωμένη, που δεν περιέχει την απαραίτητη θεμελίωση. Κάθε επιστημονική πληροφορία πρέπει επίσης να σχολιάζεται. Αν σας στείλω για παράδειγμα όλα τα αποτελέσματα του εργαστηρίου μου, αυτό από μόνο του δεν λέει κάτι, θα πρέπει αυτά να αναλυθούν και να εξηγηθούν», σημειώνει ο Τζ. Πακιόνι.
Πάντα θα υπάρχουν καλοί επιστήμονες αλλά και κίνδυνοι…
Ο Ιταλός καθηγητής παρατηρεί επίσης ότι δεν γίνεται σήμερα να κλείνουμε τα μάτια στην νέα πραγματικότητα που διαγράφεται στο επιστημονικό πεδίο. Έχει αλλάξει τόσο ο τρόπος της ακαδημαϊκής έρευνας όσο και της χρηματοδότησής της, ειδικά στο πεδίο των θετικών επιστημών. Σε σχέση με το παρελθόν οι ρυθμοί παραγωγής επιστημονικής γνώσης αλλά και επαγγελματικής ανέλιξης στον ακαδημαϊκό χώρο είναι πιο γρήγοροι σε σχέση με το παρελθόν. Ωστόσο ο ίδιος πιστεύει ότι θα πρέπει να δίνεται περισσότερη έμφαση στην ποιότητα της παραγόμενης επιστήμης παρά στην ποσότητα, ενώ θα πρέπει κάθε επιστήμονας να τηρεί επίσης βασικά κριτήρια «επιστημονικής ηθικής» σημειώνοντας:
«Η επιστήμη είναι μια ανθρώπινη δραστηριότητα κι έτσι υπάρχει και μια ηθική διάσταση μέσα στην επιστημονική κοινότητα. Κανείς δεν μου έμαθε αυτούς τους ηθικούς κανόνες της επιστήμης. Τους έμαθα ακολουθώντας άλλους επιστήμονες που τους τηρούσαν πιστά. Με το μαζικό άνοιγμα πλέον της επιστημονικής κοινότητας αυτοί οι κανόνες αρχίσαν να υποχωρούν και αυτό είναι κρίσιμο. Οι σοβαροί επιστήμονες είναι ακόμη η πλειοψηφία, δεν δημοσιεύουν αν δεν έχουν επιβεβαιώσει τα δεδομένα. Αλλά όσοι εργάζονται υπό πίεση ή δεν έχουν υψηλά στάνταρτ επιστημονικής ηθικής, μπορούν να δημοσιεύσουν οτιδήποτε. Και εκεί ακριβώς βλέπω έναν από τους κινδύνους».
Πηγή: Deutsche Welle