Σε μια πρωτοφανή κίνηση προχώρησε το Facebook, ενημερώνοντας ότι θα αρχίσει να κατεβάζει αναρτήσεις με περιεχόμενο που περιλαμβάνει ψευδείς ισχυρισμούς για τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού, δρώντας έτσι αποτρεπτικά σε φήμες που παροξύνουν το πρόβλημα της πανδημίας.
Η εταιρεία ανέφερε ότι επιταχύνει τα σχέδιά της για την απαγόρευση παραπλανητικών και ψευδών πληροφοριών στις πλατφόρμες του Facebook και του Instagram, μια κίνηση που ήρθε μετά την ανακοίνωση της έγκρισης των εμβολίων από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Μεταξύ των ισχυρισμών που δεν θα επιτρέπονται είναι τα ψεύδη αναφορικά με τα συστατικά του εμβολίου, την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και τις παρενέργειες.
Θα απαγορευτεί επίσης η γνωστή θεωρία συνωμοσίας, ότι τα εμβόλια θα περιέχουν μικροτσίπ για τον έλεγχο ή την παρακολούθηση ασθενών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τ προσέγγιση του αναφορικά με τις ψευδείς ειδήσεις και ισχυρισμούς και το παραπλανητικό περιεχόμενο σχετικά με την πανδημία.
Ο αρχισυντάκτης των ellinikahoaxes (επίσημου συνεργάτη του Facebook στην Ελλάδα), Δημήτρης Αλικάκος, έκανε την παρακάτω ανάρτηση:
«Σημαντική είδηση! Όπως έγινε γνωστό πριν λίγη ώρα, το Facebook και το Instagram θα αρχίσουν «σε λίγες βδομάδες» να κατεβάζουν αναρτήσεις που περιέχουν ψευδείς ισχυρισμούς αναφορικά με τα εμβόλια COVID-19, που έχουν επισημανθεί ως τέτοιοι «από τους ειδικούς της δημόσιας υγείας».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, «θα διαγράφονται ισχυρισμοί σχετικά με την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα, τα συστατικά ή τις παρενέργειες των εμβολίων».
Για παράδειγμα «θα διαγράφονται αναρτήσεις που περιέχουν ισχυρισμό ότι τα εμβόλια περιέχουν μικροτσίπ ή οτιδήποτε άλλο δεν περιλαμβάνεται στην επίσημη λίστα συστατικών των εμβολίων».
Επίσης θα διαγράφονται «θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με τα εμβόλια COVID-19 που γνωρίζουμε σήμερα ότι είναι ψευδείς», όπως ότι «συγκεκριμένοι πληθυσμοί χρησιμοποιούνται χωρίς τη συγκατάθεσή τους για τον έλεγχο της ασφάλειας των εμβολίων».
Όλα αυτά θα γίνουν σταδιακά, και οι ισχυρισμοί προς διαγραφή θα ενημερώνονται «βάσει καθοδήγησης από τις αρχές δημόσιας υγείας καθώς μαθαίνουν περισσότερα».
Πηγή: Kathimerini.gr