Ερευνητές του Πανεπιστημίου Rutgers στις ΗΠΑ ανέπτυξαν ένα μοριακό τεστ (PCR) που μπορεί να ανιχνεύσει γρήγορα και εύκολα ποια παραλλαγή του SARS-CoV-2 έχει μολύνει ένα άτομο, μια πρόοδος που αναμένεται να βοηθήσει σημαντικά τους αξιωματούχους υγείας και τους γιατρούς.
Το νέο τεστ βασίζεται στους λεγόμενους «μοριακούς φάρους», μιας μεθοδολογίας που αναζητά μόρια που μεταφέρουν γενετικές πληροφορίες για τη δημιουργία πρωτεϊνών και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με οποιαδήποτε άλλο τεστ PCR.
«Αυτό είναι σημαντικό, γιατί μπορούμε πλέον να εντοπίζουμε πολύ γρήγορα τις παραλλαγές σε κάθε δείγμα» πρόσθεσε.
Πρωτοπορία
Τα περισσότερα τεστ PCR ανιχνεύουν μόνο την παρουσία του ιού και δεν προσδιορίζουν ποιο συγκεκριμένο στέλεχος έχει μολύνει το εκάστοτε άτομο. Εάν οι ειδικοί της δημόσιας υγείας θέλουν να λάβουν δεδομένα σχετικά με τις παραλλαγές για να παρακολουθήσουν πώς και εάν ο ιός μεταλλάσσεται, θα πρέπει να επισκεφθούν τις περιοχές όπου είναι γνωστό ότι έχουν εμφανιστεί κρούσματα, να κάνουν δειγματοληψία και στη συνέχεια να εκτελέσουν μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία αλληλούχισης.
Οι επιστήμονες επιθυμούν να μοιραστούν την μεθοδολογία τους με άλλα εργαστήρια και εταιρείες που κατασκευάζουν διαγνωστικά τεστ, ώστε οι πληροφορίες για τις παραλλαγές του κοροναϊού να είναι άμεσα διαθέσιμες καθώς είναι συχνά ζωτικής σημασίας στο συντονισμό της χρήσης θεραπειών όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα.
Η τεχνολογία των μοριακών φάρων που επινόησε ο Σάντζεϊ Τιάγκι, καθηγητής Ιατρικής στο Ινστιτούτο Ερευνών Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Rutgers, περιλαμβάνει μικροσκοπικούς, βιοχημικούς ανιχνευτές τόσο ακριβείς που μπορούν να διακρίνουν μεταξύ διαφορετικών στόχων γονιδιακής αλληλουχίας που διαφέρουν μόνο κατά μία χημική βάση. Μόλις οι ανιχνευτές προσκολληθούν στον στόχο, γίνονται φθορίζοντες και χρησιμεύουν ως φάροι για τους επιστήμονες.
Πολλά τεστ PCR που ανιχνεύουν τον κορονοϊό στοχεύουν μόνο σε μεμονωμένες μεταλλάξεις στην πρωτεΐνη ακίδα και δεν μπορούν να διακρίνουν μεταξύ πολλών παραλλαγών που κυκλοφορούν στον πληθυσμό. Το τεστ του Rutgers ανιχνεύει οκτώ διαφορετικές μεταλλάξεις στην πρωτεΐνη ακίδα – αυτές που έχει αποδειχθεί ότι αυξάνουν τη μεταδοτικότητα του ιού και αποφεύγουν την ανοσολογική άμυνα του ανθρώπινου οργανισμού.
Επειδή τέτοιες μεταλλάξεις είναι πιθανό να διατηρηθούν σε νέες αναδυόμενες παραλλαγές, οι επιστήμονες αναμένουν ότι το τεστ θα είναι χρήσιμο για την ανίχνευση νέων παραλλαγών που προκύπτουν από έναν νέο συνδυασμό μεταλλάξεων.
Τα ευρήματα της επιστημονικής ομάδας δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «The Journal of Molecular Diagnostics».
Πηγή: ΕΡΤ