Η αλλεργία στο νερό ή υδατογενής κνίδωση, είναι μία σπάνια αλλά πραγματική πάθηση, η οποία μετατρέπει το αθώο και απαραίτητο για τη ζωή νερό, σε βασανιστήριο για αυτούς που πάσχουν από αυτήν. Οι παθόντες νιώθουν μία οξεία κνίδωση βαθιά στο δέρμα τους, ακόμα και με την απλή επαφή με νερό.
Για κάποιο λόγο, το νερό προκαλεί μία ανώμαλη αντίδραση του ανοσοποιητικού, με το σώμα να παράγει ουσίες όπως η ισταμίνη, προκαλώντας ξύσιμο, καντήλες και μώλωπες. Οι επιστήμονες έχουν εντοπίσει μεταλλάξεις συγκεκριμένων γονιδίων που σχετίζονται με την αλλεργία στο νερό, όπως το γονίδιο FABP5, το οποίο διαταράσσει την ικανότητα του δέρματος να απωθεί το νερό, προκαλώντας μία φλεγμονώδη αντίδραση. Περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως έκθεση σε χημικά ή ορμονικές αλλαγές, μπορούν να επηρεάσουν την ένταση των συμπτωμάτων.
Παρόλη την έρευνα πάνω σε αυτή τη σπάνια πάθηση, πολλά παραμένουν άγνωστα. Ωστόσο, επικεντρωμένοι στη γενετική, την ανοσολογία και τη δερματολογία, οι επιστήμονες σκοπεύουν να αποκαλύψουν τα μυστικά της αλλεργίας στο νερό, προσφέροντας ελπίδα στους ανθρώπους που πάσχουν από αυτήν.
Η πρώτη περίπτωση υδατογενούς κνίδωσης καταγράφηκε στα τέλη του 20ου αιώνα και οι μετέπειτα καταγραφές περίπλεξαν την κατάσταση, καθώς οι ασθενείς ανέφεραν διαφορετικές εμπειρίες συμπτωμάτων. Έκτοτε, σποραδικές περιπτώσεις έχουν αναφερθεί στην ιατρική βιβλιογραφία, αυξάνοντας την κατανόησή μας για αυτή τη σπάνια πάθηση. Σήμερα, υπάρχει μία αύξηση στις περιπτώσεις, η οποία αποδίδεται στην αυξανόμενη γνώση των επαγγελματιών υγείας για το θέμα, με αποτέλεσμα περισσότερες διαγνώσεις. Μέχρι σήμερα, εκτιμάται πως έχουν αναφερθεί λιγότερες από 100 περιπτώσεις σε όλο τον κόσμο.
Οι γιατροί προτείνουν στους ασθενείς να αποφεύγουν να μπαίνουν στο νερό, να μειώσουν τη διάρκεια του ντους και να αποφεύγουν τη βροχή. Τα αντιiσταμινικά και τα κορτικοστεροειδή βοηθούν στα συμπτώματα αλλά δεν αντιμετωπίζουν την αιτία. Πειραματικές θεραπείες όπως η φωτοθεραπεία έχουν δείξει ότι μειώνουν την αντίδραση του ανοσοποιητικού και μειώνουν τη φλεγμονή. Ενυδατικές κρέμες επίσης βοηθούν στη δημιουργία ενός προστατευτικού στρώματος μεταξύ του δέρματος και του νερού και μειώνουν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων αλλά και τη συχνότητά τους.
Η έρευνα πάνω στο φαινόμενο συνεχίζεται για να βρεθούν πιο αποτελεσματικές θεραπείες, αλλά δυστυχώς περιορίζεται από το μικρό αριθμό των ασθενών.